Η πανδημία του κορωνοϊού αποτελεί ένα τεράστιο και απρόβλεπτο γεγονός που έχει προκαλέσει τεράστια υγειονομική και κοινωνικοοικονομική κρίση. Η κρίση αυτή η οποία δεν προήλθε λόγω παθογενειών της κυπριακής οικονομίας, οδήγησε σε απότομη μείωση της παραγωγής και σε σημαντική μείωση της συνολικής ζήτησης.
Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις, λόγω της πανδημίας η οικονομία κατέγραψε μείωση 5,1% σε πραγματικούς όρους το 2020, μετά από θετικό ρυθμό ανάπτυξης 3,1% το 2019. Ο αρνητικός ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ το 2020 οφειλόταν κυρίως στη χαμηλότερη ιδιωτική κατανάλωση και στις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών. Η ιδιωτική κατανάλωση μειώθηκε κατά 3.9% σε πραγματικούς όρους, ενώ η δημόσια κατανάλωση κατέγραψε αύξηση 13,1%.
Οι εισαγωγές, σε πραγματικούς όρους, μειώνονται με ρυθμό 5.8% που αντικατοπτρίζει τη μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης, ενώ οι εξαγωγές, σε πραγματικούς όρους, μειώθηκαν επίσης σημαντικά με ρυθμό 17,4% που αντικατοπτρίζει τη μεγάλη μείωση των αφίξεων τουριστών.
Από τομεακή άποψη, σημειώθηκε αρνητική ανάπτυξη στους περισσότερους τομείς, με τη μεγαλύτερη απώλεια να καταγράφεται στους τομείς των ξενοδοχείων και των εστιατορίων, των μεταφορών και της αποθήκευσης, των κατασκευών, της μεταποίησης και του χονδρικού και λιανικού εμπορίου. Θετική ανάπτυξη πραγματοποιήθηκε από τους τομείς των δραστηριοτήτων στον τομέα των ακινήτων, της δημόσιας διοίκησης, της ενημέρωσης και επικοινωνίας και της υγείας.
Ως συνέπεια των μέτρων που έλαβε η κυβέρνηση, η απασχόληση σε άτομα σημείωσε μικρή μείωση και οδήγησε σε αύξηση του ποσοστού ανεργίας μόνο κατά 0,5%, από 7,1% του εργατικού δυναμικού το 2019 σε 7,6% το 2020. Το ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας καθώς και η ανεργία μεταξύ των νέων παραμένει υψηλό, παρουσιάζοντας όμως πτωτική τάση. Η συνολική απασχόληση μειώθηκε κατά 0,6% το 2020 σε σύγκριση με αύξηση 3.1% τον προηγούμενο χρόνο.
ΔΑΠΑΝΕΣ
Οι δημόσιες δαπάνες, καθώς επίσης και οι πρωτογενείς δαπάνες, παρουσίασαν σημαντική αύξηση το 2020 σε σύγκριση με τον προηγούμενο χρόνο της τάξης του 10,4% και 11,7%, αντίστοιχα. Ως ποσοστό του ΑΕΠ οι δαπάνες της Γενικής Κυβέρνησης ανήλθαν στο 46,6% από 39,8% του ΑΕΠ τον προηγούμενο χρόνο, παρουσιάζοντας θετική μεταβολή 6,8 ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ.
Τη μεγαλύτερη συνεισφορά στην αύξηση των συνολικών δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης (συνεισφορά ύψους 6,6 ποσοστιαίων μονάδων) είχαν οι δαπάνες για κοινωνικές παροχές, οι οποίες κατά το 2020 παρουσίασαν αύξηση 19,3% σε σύγκριση με τον προηγούμενο χρόνο. Ως ποσοστό του ΑΕΠ η κατηγορία αυτή δαπανών ανήλθε σε 17,2% σε σύγκριση με 13,6% του ΑΕΠ τον προηγούμενο χρόνο. Η αύξηση αυτή οφείλεται κατά κύριο λόγο σε αυξημένες δαπάνες στο πλαίσιο του ΓεΣΥ, κυρίως λόγω της έναρξης της 2ης φάσης με κάλυψη και της ενδονοσοκομειακής φροντίδας υγείας από 1η Ιουνίου 2020 (συνεισφορά στην ποσοστιαία μεταβολή της κατηγορίας αυτή δαπανών 13,6 ποσοστιαίων μονάδων).
Συνεισφορά στην αύξηση των κοινωνικών παροχών είχε και το κόστος των μέτρων για επιδότηση μισθών, στο πλαίσιο των μέτρων για αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας, των εργαζομένων που αιτήθηκαν άδεια για λόγους φροντίδας παιδιών ή για λόγους υγείας, καθώς επίσης και για παράταση ανεργιακών επιδομάτων.
Μεγάλη συνεισφορά στην αύξηση των συνολικών δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης είχε και η κατηγορία «επιδοτήσεις», ύψους 5,7 ποσοστιαίων μονάδων. Η κατηγορία αυτή δαπανών αυξήθηκε από 0,3% του ΑΕΠ κατά το 2019 σε 2,8% του ΑΕΠ το 2020, λόγω των δαπανών για επιδοτήσεις μισθών επιχειρήσεων οι οποίες λόγω διαταγμάτων ή και των οικονομικών συνθηκών κατά το υπό αναφορά έτος είχαν αναστείλει πλήρως ή εν μέρη τις εργασίες τους.