Ένα από τα δικαιώματα που δίδει ο περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμος (Ν.9/1965) στον ενυπόθηκο δανειστή (πιστωτικό ίδρυμα), είναι το δικαίωμα για αγορά του ενυπόθηκου ακινήτου στην επιφυλασσόμενη τιμή πώλησης, σε περίπτωση που έχουν επέλθει 6 μήνες από την ολοκλήρωση του (αποτυχημένου) πλειστηριασμού (βλ. άρθρο 44ΙΑ).
Στα πλαίσια της λήψης μέτρων λόγω των δυσμενών συνθηκών που επικρατούν λόγω της πανδημίας, τόσο ο Σύνδεσμος Τραπεζών Κύπρου, όσο και τα επιμέρους πιστωτικά ιδρύματα ξεχωριστά, προέβησαν σε δημόσιες ανακοινώσεις, σύμφωνα με τις οποίες, όλες οι διαδικασίες πλειστηριασμού και οι διαδικασίες για ανάκτηση ακινήτων μετά την διαδικασία πλειστηριασμού, θα αναστέλλονταν από τις 18/03/2020 μέχρι τις 31/08/2020.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας είχε την ευκαιρία πρόσφατα να ασχοληθεί με την ερμηνεία του περιεχομένου της αναστολής αυτής στα πλαίσια της Αγωγής 2544/2020, όπου οι Αιτητές (ενυπόθηκοι οφειλέτες) απευθύνθηκαν στο Δικαστήριο ζητώντας αριθμό ενδιάμεσων απαγορευτικών διαταγμάτων, αιτούμενοι όπως εμποδιστεί το πιστωτικό ίδρυμα να προχωρήσει με την άσκηση του δικαιώματος αγοράς, λόγω της μη παρέλευσης της περιόδου των 6 μηνών από τον αποτυχημένο πλειστηριασμό, αφού μεσολάβησε η αναστολή των διαδικασιών μέχρι την 31/08/2020.
Ειδικότερα, τα γεγονότα στην υπό εξέταση περίπτωση ήταν τα εξής: Ο (αποτυχημένος) πλειστηριασμός πραγματοποιήθηκε τον Φεβρουάριο του 2020. Τον Σεπτέμβριο του 2020, το πιστωτικό ίδρυμα, ενημέρωσε μέσω επιστολών τους οφειλέτες ότι έχουν επέλθει 6 μήνες από την ολοκλήρωση της διαδικασίας του πλειστηριασμού και ότι θα προχωρούσε με την άσκηση του δικαιώματος για αγορά του ενυπόθηκου ακινήτου στην επιφυλασσόμενη τιμή πώλησης, δυνάμει του άρθρου 44ΙΑ του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου (Ν.9/1965).
Κατά τη θέση των Αιτητών, κανένα διάβημα δεν θα έπρεπε να ληφθεί σε αυτή την περίοδο, καθώς η συγκεκριμένη περίοδος δεν θα μπορούσε να ληφθεί υπόψη για τον υπολογισμό των 6 μηνών.
Αντίθετη ήταν η θέση του πιστωτικού ιδρύματος, το οποίο θεώρησε ότι η περίοδος μεταξύ 18/03/2020 και 31/08/2020 (περίοδος αναστολής) μπορούσε να ληφθεί υπόψη για σκοπούς πλήρωσης της προθεσμίας των 6 μηνών που τάσσει ο Νόμος.
Ενόψει των ανωτέρω, οι ενυπόθηκοι οφειλέτες απευθύνθηκαν στο Δικαστήριο, αιτούμενοι την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων. Το Δικαστήριο, αποδεχόμενο ότι πληρείται το κατεπείγον, καθώς και οι λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου Ν. 14/1960 (σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση, ορατή πιθανότητα επιτυχίας, δύσκολο ή αδύνατο να αποδοθεί δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο) εξέδωσε μονομερώς τα ενδιάμεσα διατάγματα.
Παρά την καταχώριση Ένστασης εκ μέρους του πιστωτικού ιδρύματος, το Δικαστήριο στις 28/01/2021 αποφάσισε όπως τα εκδοθέντα διατάγματα καταστούν απόλυτα και παραμείνουν σε ισχύ μέχρι την εκδίκαση της αγωγής. Συγκεκριμένα, συμφωνώντας με τους ενυπόθηκους οφειλέτες, το Δικαστήριο έκρινε εκ πρώτης όψεως ότι «ο χρόνος των 6 μηνών αρχίζει να μετρά από τις 31/08/2020. Θα ήταν κενή περιεχομένου οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία, δεν θα είχε νόημα η παροχή αναστολής αφού δόθηκε λόγω της δυσχερούς κατάστασης που βιώνει η χώρα, η οποία κατάσταση συνεχίζεται μέχρι και σήμερα».
Τους ενυπόθηκους οφειλέτες εκπροσώπησε το δικηγορικό γραφείο Γερολέμου, Αγαθοκλέους & Συνεργάτες ΔΕΠΕ.