Στα τελευταία αποτελέσματα της εποχής της Πανδημίας, τα αποτελέσματα του α’ τριμήνου της Τράπεζας Κύπρου καταγράφουν επιστροφή στα κέρδη. Μάλιστα, την ώρα που υφίστανται οι αυξημένες πιέσεις λόγω Πανδημίας, τα αποτελέσματα αντικατοπτρίζουν την οργανική ενδυνάμωση του τραπεζικού οργανισμού.
Συγκεκριμένα, τα οργανικά κέρδη (από τις λειτουργίες της τράπεζας) μετά τη φορολογία, ανήλθαν σε 14 εκατ. ευρώ, με τα κέρδη μετά τη φορολογία να φτάνουν στα 8 εκατ. ευρώ, έναντι αντίστοιχης ζημιάς 49 εκατ. ευρώ μετά τη φορολογία το δ’ τρίμηνο του 2020.
Την ίδια ώρα, η δεσπόζουσα θέση της Τράπεζας ενισχύεται ακόμα περισσότερο, με τον φρέσκο δανεισμό να ανέρχεται σε 487 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 30% σε τριμηνιαία βάση. Η αύξηση των νέων δανείων, και δη κατά την ώρα όπου υποχωρεί σιγά-σιγά η Πανδημία, ενισχύουν την επανεκκίνηση της οικονομίας, σε μια κρίσιμη στιγμή, ιδίως για την απασχόληση και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Επίσης, η εικόνα των δανειζόμενων που βρίσκονταν σε μορατόριουμ, μετά την προληπτική διαχείριση που έγινε και κατά τη διάρκεια του Φθινοπώρου, είναι πολύ ενθαρρυντική. Συγκεκριμένα, το 95% των δανείων που εντάχθηκαν στο μορατόριουμ και είχαν δόση μέχρι τον Μάρτη, εξυπηρετήθηκαν κανονικά, ενώ η παρακολούθηση των εναπομεινάντων συνεχίζει να είναι πολύ ενθαρρυντική.
Κατά το α’ τρίμηνο του έτους σημειώθηκαν συνολικά έσοδα ύψους €136 εκατ. και λειτουργικά κέρδη ύψους €45 εκατ. Το αποτέλεσμα από οργανικές δραστηριότητες ανήλθε σε κέρδη ύψους €14 εκατ. και το συνολικό αποτέλεσμα για το τρίμηνο ανήλθε σε κέρδη μετά τη φορολογία ύψους €8 εκατ.
Παράλληλα, μειώθηκαν τα συνολικά λειτουργικά έξοδα (εξαιρουμένων του ειδικού φόρου και των συνεισφορών) κατά €9 εκατ. ή 9% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο σε €82 εκατ., αντικατοπτρίζοντας τις συνεχιζόμενες προσπάθειες μας για περιορισμό των εξόδων.
Την ίδια στιγμή, η κεφαλαιακή θέση της Τράπεζας παραμένει σε καλά επίπεδα και υπερβαίνει ικανοποιητικά τις κανονιστικές απαιτήσεις. Η ρευστότητά επίσης παραμένει ισχυρή και υπάρχει σημαντικό πλεόνασμα ρευστότητας ύψους σχεδόν €5 δις, με τον Δείκτη Κάλυψης Ρευστότητας (ΔΚΡ) να ανέρχεται σε 284%. Οι καταθέσεις παρέμειναν σχεδόν αμετάβλητες σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και ανήλθαν σε €16.3 δις.*
Τον Απρίλιο του 2021, αναχρηματοδοτήθηκε επιτυχώς το ομόλογο Δευτεροβάθμιου Κεφαλαίου, βελτιστοποιώνοντας περαιτέρω την κεφαλαιακή θέση του Συγκροτήματος. Η έκδοση Δευτεροβάθμιου Κεφαλαίου ύψους €300 εκατ. αναμένεται να αυξήσει τον Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας αναπροσαρμοσμένο για τις πωλήσεις ΜΕΔ κατά περίπου 100 μ.β στο 19.2%.
Τέλος, η μείωση κινδύνου στον ισολογισμό συνεχίστηκε και το α’ τρίμηνο του έτους. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, τον Ιανουάριο 2021, παρά τις δύσκολες συνθήκες αγοράς, συμφωνήθηκε η πώληση χαρτοφυλακίου ΜΕΔ ύψους €500 εκατ., συνεχίζοντας να επιτυγχάνεται πρόοδος για βελτίωση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου μέσω της μείωσης των ΜΕΔ, ο οποίος αποτελεί ένα από τους στρατηγικούς στόχους του Συγκροτήματος. Συνολικά, από το ανώτατό τους επίπεδο το 2014, τα ΜΕΔ έχουν μειωθεί κατά €13.3 δις ή 89%, σε €1.7 δις και το ποσοστό ΜΕΔ προς δάνεια κατά 47 εκατοστιαίες μονάδες, από 63% σε 16%, αναπροσαρμοσμένος για τις πωλήσεις ΜΕΔ. Το ποσοστό ΜΕΔ προς δάνεια αναπροσαρμοσμένος για τις πωλήσεις ΜΕΔ ύψους 16% παρέμεινε σταθερό σε τριμηνιαία βάση, καθώς η οργανική μείωση των ΜΕΔ επηρεάστηκε από τα περιοριστικά μέτρα.