Το μικροσκόπιο της κυπριακής κοινωνίας της τελευταίας εικοσιπενταετίας (κι όχι μόνο) καταδεικνύει και το μέγεθος της ασυδοσίας. Σε όλους σχεδόν τους τομείς της δημόσιας ζωής. Μελετώντας δε, λίγο πιο προσεκτικά, τα φλέγοντα θέματα της κυπριακής οικονομίας οι διαπιστώσεις είναι το λιγότερο, θλιβερές.
Στο επονομαζόμενο σκάνδαλο του Κυπριακού Χρηματιστηρίου, την περίοδο 1999-2001, η μεγαλύτερη ίσως ρίζα του κακού ήταν το γεγονός ότι αρκετές εταιρείες με την βοήθεια των μεγάλων ελεγκτικών οίκων εισήχθησαν στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου. Οι περισσότερες δεν τηρούσαν τα κριτήρια, αλλά με διάφορα τερτίπια πέτυχαν την εισαγωγή τους και κάποιοι από… πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι εις βάρος των ανυποψίαστων «επενδυτών» και πρόσκαιρων «τζογαδόρων».
Λίγο αργότερα, το 2013, βιώσαμε με τον χείριστο τρόπο την χρεοκοπία, ως απότοκο της κατάρρευσης της Λαϊκής Τράπεζας. Το θέμα των ευθυνών των μεγάλων ελεγκτικών οίκων παραπέμφθηκε «στις ελληνικές καλένδες» και δεν πρόκειται να «ρυθμιστεί» ποτέ.
Διαδικασία… λαδόκολλας και στην κατάρρευση Συνεργατισμού, το 2018. Ούτε αναζητήθηκε ούτε και θα αναζητηθεί η ευθύνη των μεγάλων ελεγκτικών οίκων που για δεκαετίες ολόκληρες, «έλεγχαν» και ταυτόχρονα απομυζούσαν από την παχιά αγελάδα.
Και φτάνουμε στο σκάνδαλο με τα διαβατήρια, το σκάνδαλο των παράνομων πολιτογραφήσεων. Το γνωστό πόρισμα Καλογήρου εντόπισε αδιάσειστα στοιχεία πιθανής διάπραξης ποινικών αδικημάτων από μεγάλα δικηγορικά γραφεία και από μεγάλους ελεγκτικούς οίκους. Δεκάδες υποθέσεις πολιτογραφήσεων ξένων επενδυτών, από ελεγκτικούς οίκους χαρακτηρίστηκαν ως «ύποπτες». Σύμφωνα και με πρώην Υπουργό Οικονομικών υπήρξε παρέμβαση από διευθύνοντα σύμβουλο μεγάλου ελεγκτικού οίκου της Κύπρου για το διαβατήριο της πολύκροτης υπόθεσης Jho Taek Low.
Ακόμη και σήμερα, ενώπιον της Ερευνητικής Επιτροπής για τις πολιτογραφήσεις αλλοδαπών και εταιρειών, οι εκπρόσωποι των μεγάλων ελεγκτικών οίκων αποποιούνται οποιασδήποτε ευθύνης, αοριστολογούν και προσπαθούν να μεταθέσουν σε άλλους τις -επιεικώς- παρατυπίες και παραλείψεις τους. Εν ολίγοις, προσπαθούν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα.
Το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι συμπεριφέρονται λες και βρίσκονται στο απυρόβλητο, λες και δεν τους αγγίζει τίποτα! Λες κι ένα μαγικό χέρι θα εξαφανίσει -και πάλι- τα ίχνη τους. Χωρίς ίχνος αυτοκριτικής και παντελή έλλειψη ικανότητας αναγνώρισης των δικών τους λαθών, αρνούνται πεισματικά να αναφωνήσουν το «Mea Culpa».
Ας ελπίσουμε, τουλάχιστον, ότι τα σχετικά πορίσματα και οι σχετικές αποφάσεις θα είναι προϊόν ενδελεχούς έρευνας για να κάτσει κάθε κατεργάρης στον πάγκο του. Για να εμπεδωθεί, τουλάχιστον, ότι τα παιδιά μας θα μπορέσουν να ζήσουν σε ένα καλύτερο και δικαιότερο κόσμο…
Γράφει ο Διευθυντής Παραγωγής