«Νέο Κύμα η Άλλη Κύπρος», 2021
Το κείμενο που ακολουθεί αναφορικά με το κυπριακό έχει ως στόχο να αποτελέσει τη βάση για συζήτηση και γόνιμο προβληματισμό ανάμεσα στα μέλη και στους φίλους του Νέου Κύματος, αλλά και την ευρύτερη κοινωνία. Συνιστά μια προσπάθεια να ξεπεραστεί η στερεότυπη και επιφανειακή συζήτηση (ντόπια και ξένη) που στήθηκε γύρω από το θέμα εδώ και εξήντα χρόνια.
Είναι φανερό ότι το κυπριακό ζήτημα βρίσκεται και πάλι ενώπιον μιας εξαιρετικά πιεστικής συγκυρίας, η οποία απαιτεί σαφή στρατηγική και προσεκτικούς χειρισμούς. Οι σημερινές συνθήκες είναι υπερβολικά δύσκολες και περίπλοκες λόγω τόσο ενδογενών όσο και εξωγενών παραγόντων, οι οποίοι αλληλοεπιδρούν μεταξύ τους. Απαιτείται οπωσδήποτε μια νέα προσέγγιση.
H Τουρκία ως μια γενεσιουργός αιτία του ζητήματος και πιστή στις διαχρονικές της φιλοδοξίες για στρατηγικό έλεγχο της Κύπρου και της ευρύτερης Ανατολικής Μεσογείου, γίνεται ολοένα και πιο επιθετική στις διεκδικήσεις της στην περιοχή με αποκορύφωμα τις πρόσφατες προκλήσεις στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ).
Από την άλλη, η κυπριακή ηγεσία πολλές φορές τα τελευταία 60 και πλέον χρόνια δεν συμβάλλει ουσιαστικά στην βελτίωση της κατάστασης και με σειρά λαθών και παραλείψεων στους πολιτικούς χειρισμούς της εμφανίζεται αδύναμη και χωρίς πραγματική βούληση για λύση. Είναι πλέον φανερό ότι χρειάζεται μια νέα προσέγγιση που θα αναγνωρίζει μεν τα λάθη του παρελθόντος, τις αδικίες που διαπράχθηκαν από όλες τις πλευρές ενάντια σε κύπριους πολίτες, αλλά ταυτόχρονα να μπορεί να τα αφήσει πίσω της και να αφοσιωθεί στην οικοδόμηση μιας Άλλης Κύπρου κτίζοντας έτσι το μέλλον του τόπου.
Παρούσα Κατάσταση, Επιλογές και Προκλήσεις
Η επικράτηση ακραίων τ/κ στοιχείων, με τη νίκη Ερσίν Τατάρ στις τελευταίες εκλογές, επαναφέρει την τ/κ κοινότητα στη λογική της διαίρεσης, την οποία ανέπτυσσε για δεκαετίες ο Ραούφ Ντενκτάς. Η εκλογική νίκη Τατάρ αποτελεί επακόλουθο της συστηματικής αλλοίωσης του δημογραφικού χαρακτήρα των κατεχομένων από την Τουρκία, μέσω του εποικισμού αλλά επίσης και της αποτυχίας των τελευταίων συνομιλιών για το κυπριακό. Παρόλα αυτά η πλειοψηφία των Τ/Κ ψήφισαν πρόσφατα ενάντια στην λογική της διαίρεσης.
Η σημερινή ακραία πολιτική της Άγκυρας, η οποία εκφράζεται από εθνικιστικά και ισλαμικά ρεύματα στην Τουρκία, δημιουργεί συνθήκες συνεχούς κρίσης και αμφισβήτησης ακόμη και παραδοσιακά αποδεκτών θέσεων και ισορροπιών. Μέσα στις τάξεις πλέον ολόκληρου του τουρκικού πολιτικού συστήματος επικρατεί μια επικίνδυνη λογική αναθεωρητισμού.
Η αποδυνάμωση της Ελλάδας μετά το 2008, λόγω του λαϊκισμού και της άκρατης διαφθοράς που την κατέστησαν ιδιαίτερα ευάλωτη στην οικονομική κρίση, αποτέλεσε δυσμενή παράγοντα στο πλαίσιο της προσπάθειας διευθέτησης του κυπριακού προβλήματος.
Η φουρτουνιασμένη γεωπολιτική κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή ωθεί τον διεθνή παράγοντα σε αναζήτηση μιας καινούργιας ισορροπίας που γίνεται πιο περίπλοκη λόγω της διαγραφόμενης «επιστροφής» στην περιοχή των Ηνωμένων Πολιτειών και τη θέλησή της για ενεργό εμπλοκή.
Οι συγκρούσεις στην περιοχή μας μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης, στον Λίβανο, τη Συρία, τη Λιβύη, τον Καύκασο, η επισφαλής κατάσταση στην Αίγυπτο, επηρεάζουν σε καθοριστικό βαθμό και τις δικές μας εξελίξεις στον δικό μας χώρο γιατί ωθούν τον διεθνή παράγοντα, το ΝΑΤΟ, τις ΗΠΑ, την ΕΕ, αλλά και τη Ρωσία σε επανατοποθέτηση.
Η απουσία αντίδρασης της ΕΕ στις μεθοδεύσεις της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ ενθαρρύνει την Τουρκία στις ακραίες διεκδικήσεις της. Μιας Τουρκίας που επιδιώκει και που έχει σε μεγάλο βαθμό επιτύχει, αλλοίωση των δημογραφικών δεδομένων με την ενθάρρυνση του εποικισμού, τη μαζική μετανάστευση τ/κ, και την πλήρη ενσωμάτωση της οικονομίας των κατεχομένων στο δικό της οικοδόμημα.
Αυτό είναι το γεωπολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο το κυπριακό πρόβλημα κινείται στην παρούσα φάση. Η μακρά ιστορία του ζητήματος δεικνύει ότι δεν υπάρχει εκ του μηδενός αρχή, αλλά ένα διαπραγματευτικό κεκτημένο (το οποίο βέβαια αργά ή γρήγορα προσαρμόζεται στις γεωπολιτικές εξελίξεις), τόσο ως προς τα μοντέλα και το περιεχόμενο των πτυχών τους, όσο και ως προς τις δυνατότητες εφαρμογής τους.
Η αναζήτηση λύσης δύο κρατών έξω από το πλαίσιο και τα ψηφίσματα του ΟΗΕ και έξω από τη λογική επιβίωσης του κυπριακού λαού, είναι κρίσιμο να απωθηθεί με σταθερό και σαφή τρόπο ως ουσιώδες θέμα αρχής στην εκκίνηση κάθε νέας διαδικασίας διαπραγμάτευσης.
Ας εξετάσουμε τα έξι βασικά σενάρια λύσης του Κυπριακού όπως αυτά έχουν καταγραφεί τα τελευταία 46 χρόνια, και ας μελετήσουμε τις δυνατότητες εφαρμογής τους και τη διεθνή απήχηση που έχουν στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων. Πώς, δηλαδή, τοποθετούνται σε κάθε ένα απ’ αυτά τα μεγάλα κράτη αλλά και οι βασικοί παράγοντες της περιοχής μας.
1. Ενιαίο Κράτος
2. Status quo
3. Δύο Κράτη
4. Συνομοσπονδία
5. Προσάρτηση των κατεχομένων στην Τουρκία
6. Ομοσπονδία
Καίριας σημασίας είναι η διαμόρφωση ενός σταθερού διαπραγματευτικού πλαισίου, αλλά και η διαμόρφωση κατάλληλων συνθήκων για επίτευξη συμφωνίας ως προς το περιεχόμενο. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να υπερβούμε την ονομασία και τα συνθήματα και να ασχοληθούμε με την ουσία και το περιεχόμενο.
2.1 Ενιαίο Κράτος
Το Σύνταγμα του 1960 εισήγαγε το ενιαίο κράτος, με βασικό πυλώνα τη δικοινοτική αρχή. Υλοποίησε τις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου, χωρίς ουσιαστική έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας, αφού ποτέ δεν διεξήχθη δημοψήφισμα. Θεωρείται βέβαια, πως η λαϊκή κυριαρχία εκφράστηκε μέσω των εκλογών για ανάδειξη προέδρου και αντιπροέδρου και της εκλογής μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων και των Κοινοτικών Συνελεύσεων. Βρήκε εν μέρει εφαρμογή μέχρι το 1963 (στην περίοδο 1963-74 η συμφωνία κατέρρευσε), ενώ η τουρκική εισβολή επέφερε μια βίαιη παρέμβαση κατά της συνταγματικής λειτουργίας.
Κάποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι το Σύνταγμα του ‘60 περιέχει και κάποια ομοσπονδιακά στοιχεία διακυβέρνησης, ωστόσο όχι με τη γεωγραφική διάσταση βάση που απαιτεί ο επιστημονικός συνταγματικός όρος «ομοσπονδία». Χαρακτηρίζεται από στοιχεία αποκέντρωσης εξουσιών και αυτοδιοίκησης για τις δύο κοινότητες.
Οι σημερινές γεωπολιτικές συνθήκες και τα τετελεσμένα επί του εδάφους δεν αφήνουν περιθώρια αναζήτησης τέτοιας λύσης. Η εμμονή από κάποιες ομάδες για συζήτηση γύρω από τέτοιας μορφής λύση οδηγεί στην ουσία σε παράταση των αδιεξόδων και ως επακόλουθο, αν επικρατούσε ως θέση της ελληνοκυπριακή πλευράς, προς οριστική de facto διχοτόμηση. Ταυτόχρονα, εμμονές σε τέτοιες λύσεις μας αποξενώνουν από τη διεθνή κοινότητα, αλλά και δίνουν την ευκαιρία στην άλλη πλευρά να θέσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων καινούργια αιτήματα και διεκδικήσεις. Η πλευρά μας αποδέχθηκε ως οδυνηρό συμβιβασμό τη μετάβαση στην ομοσπονδία και για δεκαετίες επέμεινε σε αυτή. Από τυχόν την επαναφορά της συζήτησης για λύση με βάση την αρχή του ενιαίου κράτους προκύπτει θέμα ασυνέπειας, το οποίο επιδρά αρνητικά στη διαπραγματευτική μας αξιοπιστία. Η βασική μας θέση πριν το 1974 ήταν ότι το σύνταγμα του 1960 δεν ήταν λειτουργικό. Επομένως, δεν είναι σαφές αν όλοι αυτοί που υποστηρίζουν το ενιαίο κράτος αποδέχονται το καθεστώς του1960. Μάλλον, αναζητούν ένα νέο ενιαίο «λειτουργικό» κράτος, με δικά του χαρακτηριστικά.
2.2 Status quo
Παρόλο που στη βάση μιας επιφανειακής προσέγγισης το status quo φαίνεται βιώσιμο, στην πραγματικότητα δεν είναι. Δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο όπου ένα εύθραυστο status quo να παρέμεινε αμετάβλητο. Με την πρώτη γεωπολιτική ανισορροπία το status quo μεταβάλλεται εις βάρος του αδύνατου μέρους. Σε καμία περίπτωση, το status quo δεν μπορεί να θεωρηθεί ως επιλογή τελικής λύσης του κυπριακού προβλήματος.
Το υφιστάμενο καθεστώς θα υπάρχει στην Κύπρο μέχρι που δεν θα ενοχλεί τις μεγάλες δυνάμεις της περιοχής. Υπάρχουν βέβαια δυνάμεις που θέλουν το status quo γιατί ευνοεί τα δικά τους συμφέροντα, όπως για παράδειγμα η Ρωσία που προσβλέπει σε μόνιμη προστριβή ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία και κατ’ επέκταση στον πυρήνα του ΝΑΤΟ. Μια αποκόλληση της Τουρκίας από τη Δύση πιθανότατα να οδηγούσε σε διαφοροποίηση των συμφερόντων της Μόσχας και το status quo ενδεχομένως να έπαυε να αποτελεί προτεραιότητά της, και σε υιοθέτηση σκληρότερης στάσης έναντι στην Κυπριακή Δημοκρατία. Ίσως μια τέτοια εξέλιξη να έφερνε την Κύπρο ακόμη πιο κοντά στη Δύση. Θα ήταν ένα εντελώς διαφορετικό γεωπολιτικό παιχνίδι, με τεράστιους κινδύνους αλλά και με ευκαιρίες.
Για την ώρα, ως Κυπριακή Δημοκρατία δεν μπορούμε να εγκαταλείψουμε το status quo, παρά μόνο σε περίπτωση βιώσιμη λύσης. Οι κινήσεις της Τουρκίας στα Βαρώσια και στην ΑΟΖ αποτελούν παραδείγματα μονομερούς μεταβολής της κατάστασης, ενώ ο παράγοντας χρόνος επιφέρει επίσης αλλαγές: εποικισμός, μη επιστροφή της Μόρφου, πληθυσμιακή αλλοίωση, αποφάσεις του ΕΔΑΔ για περιουσιακό ως προς τον χρήστη, κοκ. Γενικά το status quo δεν είναι στατικό – μεταβάλλεται με νέα τετελεσμένα επί του εδάφους.
2.3 Δύο Κράτη
Η ύπαρξη δύο κρατών αναφέρεται κατά καιρούς ως πιθανή λύση και στις δύο πλευρές του συρματοπλέγματος.
Το πρώτο επιχείρημα ανάμεσα σε ελληνοκύπριους υποστηρικτές μιας τέτοιας προσέγγισης είναι η επιστροφή εδαφών σε αντάλλαγμα αναγνώρισης της «ΤΔΒΚ» και εξομάλυνσης των σχέσεων με την Τουρκία. Το επιχείρημα αυτό είναι εντελώς αβάσιμο γιατί σε ένα διαχωρισμό με βάση τη λύση των δύο κρατών κινδυνεύουμε να χάσουμε, μεταξύ άλλων και άλλα εδάφη. Στα πολιτικά διαζύγια, κερδισμένος είναι ο ισχυρός. Η Τουρκία σε μια τέτοια περίπτωση θα διεκδικήσει ένα μεγάλο μέρος της ΑΟΖ και στο νότιο τμήμα της Κύπρου.
Το δεύτερο, δηλαδή η εξομάλυνση των σχέσεων με την Τουρκία, είναι, στην καλύτερη περίπτωση, παροδικό. Για παράδειγμα, δεν εμποδίζεται πλέον η διατήρηση εγγυητικών δικαιωμάτων, ούτε η νόμιμη σύναψη συμφωνιών. Τα ζητήματα της ΑΟΖ και όχι μόνον, θα πρέπει να διευθετηθούν, ενώ η διαρκής ανασφάλεια θα ενισχυθεί.
Το απλοϊκό επιχείρημα που συνήθως αναφέρεται είναι πως τα δύο κράτη δεν διαφέρουν από την υφιστάμενη κατάσταση. Προφανώς το επιχείρημα αυτό δεν λαμβάνει υπόψη ότι η αποδοχή λύσης των δύο κρατών νομιμοποιεί πλέον, με επίσημο τρόπο, τα αποτελέσματα της εισβολής. Συμπερασματικά, η λύση των δύο κρατών θα ήταν καταστροφική και θα άνοιγε την προοπτική ξεριζωμού όλων των Ελληνοκυπρίων από τη γη τους.
Η θέση της ελληνοκυπριακής πλευράς πρέπει να είναι σταθερή στην μη αναγνώριση δύο κρατών. Ποτέ δεν θα υπογράψουμε τη νομιμότητα της παρανομίας, διαγράφοντας δικαιώματα προσφύγων και περιουσίες.
Οι οπαδοί της λύσης των δύο κρατών στην τουρκική και τ/κ πλευρά είναι ταυτόχρονα και οπαδοί της πλήρους τουρκοποίησης, έχοντας ως αφετηρία ένα ανεξάρτητο και αναγνωρισμένο τ/κ κράτος που θα λειτουργεί ως τουρκικό προτεκτοράτο, με την εξαφάνιση, μέσα από την αφομοίωσή της, της τ/κ κοινότητας. Δύο κράτη δεν σημαίνει σύνορα με τους τ/κ, σημαίνει στην ουσία σύνορα με την Τουρκία, κάτι που θα υπονομεύει για πάντα την παρουσία των ε/κ σε αυτή τη γωνιά της Μεσογείου. Σύνορα με την Τουρκία σημαίνει μια ατέλειωτη διένεξη και πλήρη κατάληψη της Κύπρου όταν οι συνθήκες «ωριμάσουν» για την Τουρκία. Είναι γνωστό ότι η Τουρκία δεν διατηρεί φιλικές σχέσεις με κανένα γειτονικό της κράτος.
Πώς θα έβλεπε η διεθνής κοινότητα τη λύση δύο κρατών; Η ΕΕ δεν θα αποδεχθεί τη λύση δύο κρατών, εκτός εάν μια τέτοια λύση θα ήταν συμφωνημένη, και το νέο τ/κ κράτος που θα πρόκυπτε δεν θα γινόταν ποτέ μέλος της ΕΕ. Εδώ θα πρέπει να τονισθεί ότι η Κυπριακή Δημοκρατία εντάχθηκε στην ΕΕ με όλα της τα εδάφη κάτω από το Πρωτόκολλο Χ. Μια τέτοια εξέλιξη βέβαια θα χρειαζόταν νέα διαπραγμάτευση για ένταξη ακόμη και για το νέο κράτος των ε/κ που θα πρόκυπτε κάτι που και πάλι δεν μπορεί να γίνει αποδεχτό.
Πολλές ευρωπαϊκές χώρες που κινδυνεύουν οι ίδιες από αυτονομιστικά κινήματα (π.χ. Καταλονία) δεν αποδέχονται νέα κράτη, τα οποία προήλθαν από απόσχιση, να ενταχθούν στην ΕΕ.
Μια λύση δύο κρατών θα ήταν καταστροφική και για τους τουρκοκύπριους, μεταξύ άλλων, διότι θα έχαναν το δικαίωμα απόκτησης ευρωπαϊκού διαβατηρίου. Πολλοί τ/κ θα επιδίωκαν να διατηρήσουν το δικαίωμα απόκτησης ευρωπαϊκής ιθαγένειας μέσω της διατήρησης της υπηκοότητας της ΚΔ.
Ενδοιασμοί για μια λύση δύο κρατών ισχύουν και ευρύτερα στον διεθνή παράγοντα, περιλαμβανομένων και των ΗΠΑ.
Τα Ηνωμένα Έθνη γνωρίζουν πολύ καλά την πιο πάνω θέση της ΕΕ και του διεθνούς παράγοντα, αλλά κυρίως την θέση της ε/κ πλευράς και την προβάλλουν ως επιχείρημα ενάντια στη λύση των δύο κρατών.
2.4 Συνομοσπονδία
Η συνομοσπονδία αποτελεί για τους ε/κ μια κακή λύση. Είναι η πλέον επιθυμητή λύση για την τουρκική πλευρά, γιατί μέσω αυτής πιστεύει ότι θα έχει τον απόλυτο έλεγχο επί του τ/κ κράτους και έμμεσο έλεγχο επί του ε/κ κράτους, περιλαμβανομένου και ελέγχου επί των υποθαλάσσιων πόρων ολόκληρης της Κύπρου. Η Τουρκία θεωρεί επίσης ότι η συνομοσπονδία θα της εξασφάλιζε τον στρατηγικό έλεγχο της ανατολικής Μεσογείου, δίνοντάς της ένα σημαντικό γεωστρατηγικό πλεονέκτημα. Μέσα από το πλαίσιο της συνομοσπονδίας η Τουρκία θεωρεί εφικτό (περισσότερο απ’ ό,τι στην περίπτωση της λύσης δύο κρατών) ότι το τουρκοκυπριακό κράτος μπορεί, ως μέρος της Κυπριακής συνομοσπονδίας, να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δίνοντας της και τη δυνατότητα να επηρεάζει τις αποφάσεις της ΕΕ.
Η λύση της συνομοσπονδίας προϋποθέτει την ένωση κυρίαρχων και ανεξαρτήτων κρατών, και ως εκ τούτου προϋποθέτει την εκ των προτέρων αναγνώριση του τ/κ μορφώματος. Τα μέρη της συνομοσπονδίας διατηρούν την κυριαρχία και την ανεξαρτησία τους. Ο κίνδυνος εδώ είναι βέβαια τεράστιος, γιατί σε περίπτωση κατάρρευσης της συνομοσπονδίας, η κάθε πλευρά θα έχει το δικό της κράτος, δηλαδή τη δική της κυριαρχία, τον δικό της λαό, το δικό της έδαφος και τη δική της ανεξάρτητη συντεταγμένη εξουσία. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνει αποδεκτό από καμία κυπριακή κυβέρνηση. Η ΕΕ δεν ευνοεί μια τέτοια λύση λόγω των πολλαπλών εσωτερικών θεσμικών και λειτουργικών προβλημάτων που θα δημιουργούσε. Βέβαια η ΕΕ θα μπορούσε να αποδεχτεί μια τέτοια λύση υπό όρους, π.χ. αν η συνομοσπονδιακή Κύπρος παρουσιάσει με τη συμφωνία για λύση στην ΕΕ εχέγγυα ότι η συνομοσπονδία θα έχει την ικανότητα να εφαρμόζει το κεκτημένο της Ένωσης και να συμμετέχει αποτελεσματικά στα όργανά της χωρίς να παρακωλύει τη λειτουργία της. Είναι πιθανό δηλαδή και να κλείσει τα μάτια, ιδιαίτερα εάν η συνομοσπονδία παρουσιαστεί με άλλο όνομα. Η Ελβετία ονομάζεται συνομοσπονδία και είναι στην πραγματικότητα κλασική ομοσπονδία. Εδώ θα μπορούσε να συμβεί το ανάποδο.
Η ονομασία έχει και αυτή σημασία. Δεν αποκλείεται το παιχνίδι να είναι αυτό: η λύση να είναι συνομοσπονδιακή (δύο κράτη με δική τους κυριαρχία και κάποιο θεσμικό δεσμό στην μεταξύ τους σε μικρό αριθμό κοινών εξουσιών/αρμοδιοτήτων) και να παρουσιαστεί σαν ομοσπονδία (ένα κράτος, με δυο ή περισσότερες εδαφικές μονάδες με αρκετές κοινές αρμοδιότητες στο «κοινό κράτος» ώστε να διασφαλίζεται η διατήρησή του ως μιας κρατικής οντότητας).
Όμως ακόμη κι αν υπήρχε η θετική τοποθέτηση του διεθνούς παράγοντα, περιλαμβανομένης και της ΕΕ, η συνομοσπονδία δεν μπορεί να αποτελέσει βάση συζήτησης. Το μικρό μέγεθός μας ίσως να επιτρέπει την ανοχή της ΕΕ, με υιοθέτηση διάφορων λύσεων που θα περιορίζουν την επίδραση στη λειτουργία των ευρωπαϊκών θεσμών. Ωστόσο, μόνο επί της διχοτόμησης μπορεί να οικοδομηθεί η συνομοσπονδία.
2.5 Προσάρτηση των Κατεχομένων στην Τουρκία
Η προσάρτηση των κατεχομένων στην Τουρκία αποτελεί τη δεύτερη καλύτερη επιλογή για την Τουρκία μετά από αυτή της συνομοσπονδίας. Στην περίπτωση αυτή, ωστόσο, η Τουρκία αντιμετωπίζει ένα μεγάλο πρόβλημα: η προσάρτηση μπορεί να εφαρμόζεται στην πράξη και επί του εδάφους, αλλά νομιμοποιείται μόνο από γενική διεθνή αναγνώριση. Χωρίς αναγνώριση της διεθνούς κοινότητας, θα συνεχίσει να θεωρείται διεθνώς ότι το συγκεκριμένο έδαφος βρίσκεται υπό την κατοχή της Τουρκίας. Η προσάρτηση, ως πράξη επιβολής της κυριαρχίας μιας χώρας επί εδάφους (ή τμήματος εδάφους) μιας άλλης χώρας, είναι διεθνώς παράνομη. Στην περίπτωση της Κύπρου, το έδαφος που θα έχει προσαρτηθεί θα παραμένει επίσημα έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας και μόνο. Επιπλέον, τέτοια προσάρτηση θα ήταν αντίθετη, όχι μόνο προς το Διεθνές Δίκαιο, τον Χάρτη των ΗΕ, τη Σύμβαση της Γενεύης του 1949 και τις Αρχές του Ελσίνκι, αλλά και προς τις Συνθήκες του 1960 για την Κύπρο, στις οποίες η Τουρκία είναι επίσης συμβαλλόμενο μέρος, καθώς και προς τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ σχετικά με την Κύπρο.
Όμως στην διεθνή πολιτική σκηνή δεν επιβάλλεται πάντα η λογική και το διεθνές δίκαιο. Πολλές φορές στα μυαλά αλλοπρόσαλλων ηγετών κυριαρχεί, μεταξύ άλλων, μεγαλομανία. Η προσάρτηση της κατεχόμενης Κύπρου στην Τουρκία αποτελεί μια από τις επιλογές της Τουρκίας ειδικά ενόψει του 2023 όταν ο Ερντογάν θα θέλει να γιορτάσει τα 100 χρόνια Τουρκικής Δημοκρατίας, προβάλλοντας ως επίτευγμα ότι μεγάλωσε την Τουρκία προς ανατολάς (Συρία & Ιράκ) προς νότο (Κύπρος) και προς δυσμάς (Αιγαίο).
Η προσάρτηση της Κύπρου έχει επίσης τεράστιους συμβολισμούς για τα νέο-οθωμανικά όνειρα του Ερντογάν, γιατί με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνει ανατροπή της «άδικης», όπως θεωρούν, Συνθήκη της Λωζάνης, με την ανάκτηση εδαφών που αναγκάστηκε να εγκαταλείψει.
2.6 Ομοσπονδία
Πρόκειται για τη λύση που ευνοεί ο διεθνής παράγοντας και η οποία έχει ενσωματωθεί σε όλες τις αποφάσεις και προτάσεις των Ηνωμένων Εθνών και στα πρόσφατα έξι σημεία του εγγράφου του Αντόνιο Γκουτέρες. Μπορεί βέβαια η κάθε πλευρά να αντιλαμβάνεται τον όρο ομοσπονδία με διαφορετικό τρόπο, ωστόσο όλες οι παρεμβάσεις των ΗΕ παραπέμπουν σε μια μορφή ομοσπονδίας. Διαχρονικά, το κάθε προτεινόμενο σχέδιο αντανακλούσε τις εκάστοτε γεωπολιτικές συνθήκες.
Η δική μας πλευρά θα πρέπει να επαναφέρει ως βάση στη συζήτηση το ομοσπονδιακό μοντέλο γιατί αποτελεί, υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις, τη μοναδική ελπιδοφόρα και βιώσιμη προοπτική. Στο πλαίσιο των συνομιλιών οφείλουμε να επιδιώξουμε ένα μοντέλο βελτιωμένης ομοσπονδίας βασισμένο στις αρχές του σεβασμού των δικαιωμάτων και των δύο κοινοτήτων, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, της βιωσιμότητας και της εύρυθμης λειτουργίας του κράτους. Τα προβλήματα της αποτελεσματικής συμμετοχής μπορεί να επιλυθούν ικανοποιητικά με βάση τις πιο πάνω αρχές. Ο συμβιβασμός της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας (ΔΔΟ) θα αμβλύνεται μέσα στον χρόνο με την επιστροφή προσφύγων και στις δύο πλευρές. Το ανακάτεμα του πληθυσμού θα αμβλύνει σταδιακά τη γεωγραφική υφή της ΔΔΟ. Οι περιορισμοί εγκατάστασης που επιζητεί η τ/κ πλευρά μπορούν να γίνουν προσωρινά αποδεχτοί. Οι ανησυχίες της άλλης πλευράς ως προς τα πληθυσμιακά δεδομένα υπέρ των ε/κ, θα πρέπει να περιορισθούν ως συγκεκριμένα πολιτικά δικαιώματα (εκλέγειν και εκλέγεσθαι).
2.7 Συμπέρασμα
Το «Νέο Κύμα» πιστεύει σε μια πραγματική ομοσπονδία που θα δίνει επίσης και την αίσθηση της ενότητας του χώρου, του κράτους και των ανθρώπων της. Η Κύπρος θα πρέπει να είναι στην ουσία ένα και μόνο κράτος.
Πρόταση
Βάσει των πιο πάνω, το «Νέο Κύμα» προσφέρει την πρότασή του για μια λύση βασισμένη σε πραγματική ομοσπονδία.
Στη δικαιοδοσία της κεντρικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης θα πρέπει να είναι χωρίς εξαίρεση, η εξωτερική πολιτική, η άμυνα και ασφάλεια, τα αεροδρόμια και τα λιμάνια, οι φυσικοί πόροι, η ομοσπονδιακή φορολογία και η Κεντρική Τράπεζα. Αυτά είναι τα ελάχιστα κεφάλαια για να υπάρχει στην ουσία ένα συνεκτικό ομόσπονδο κράτος. Επιπλέον, η διαχείριση της ενέργειας η μετεωρολογία, οι αρχαιολογικοί χώροι, το περιβάλλον πρέπει να αποτελούν μέρος της δικαιοδοσίας του ομοσπονδιακού κεντρικού κράτους, για καθαρά επιστημονικούς λόγους που θα αναλύονται σε ειδικό παράρτημα.
Ο εποικισμός, η μεγάλη χρονική περίοδος κατοχής, η επικράτηση εθνικιστικών πολιτικών στην τ/κ κοινότητα και οι αμφιθυμίες και στις δύο πλευρές, μετατρέπουν την επιδίωξη της λύσης και την πιθανότητα επιστροφής εδαφών ιδιαίτερα δύσκολη. Ήρθε η ώρα να εξετάσουμε νέες ιδέες, πάντα μέσα στο πλαίσιο μιας δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας, οι οποίες θα μπορούσαν να γίνουν αποδεκτές και από τις δύο κοινότητες χωρίς να δημιουργούν το αίσθημα της ήττας σε καμιά πλευρά.
Η ΔΔΟ μπορεί να συνθέσει και να εκφράσει ένα δημοκρατικό σύνταγμα που να περιορίζει τις ανησυχίες όλων των κυπρίων αλλά και ταυτόχρονα να ικανοποιεί και τις προσδοκίες τους για το αύριο.
Την ώρα που θα υπογράφεται η λύση, όλες οι πλευρές θα πρέπει να κερδίζουν ισότιμα, και όχι κάποιοι να τα κερδίζουν όλα αμέσως και άλλοι να περιμένουν σε βάθος χρόνου. Είναι κατανοητό ότι, εδαφικά, σε σχέση με την προ της εισβολή του 1974 περίοδο, θα έχουμε απώλειες όμως σίγουρα σημαντικά κέρδη σε σχέση με την κατοχή που έχουμε σήμερα. Αυτές οι απώλειες όμως θα πρέπει να αποσβένονται μέσα στον χρόνο, με την εφαρμογή εξελικτικού χρονοδιαγράμματος με σαφή χρονικά ορόσημα, που θα το κάνει πιο δίκαιο για όλους τους πολίτες της Κύπρου και βέβαια να συνταυτίζεται με το Ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Η ιδέα της δημιουργίας της «Ομοσπονδιακής Περιοχής για την Ανάπτυξη (ΟΠΑ)» στο πλαίσιο επίλυσης του κυπριακού προβλήματος
Ας εξετάσουμε την ιδέα της δημιουργίας μιας «Ομοσπονδιακής Περιοχής (ΟΠΑ)», πέραν της ε/κ και τ/κ πολιτείας, η οποία θα λειτουργεί στο πλαίσιο της λύσης διζωνικής και δικοινοτικής ομοσπονδίας. Αφού πρώτα επιστραφούν τα Βαρώσια υπό ε/κ διοίκηση, θα μπορούσαμε, κατά τα πρότυπα πολλών ομοσπονδιακών χωρών, όπως τις Βρυξέλλες στο Βέλγιο, την Ουάσιγκτον στις ΗΠΑ και την Οτάβα στον Καναδά, να δημιουργήσουμε αντίστοιχα αυτή την Ομοσπονδιακή Περιοχή για την Ανάπτυξη (ΟΠΑ), η οποία θα διοικείται από την κεντρική ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
Η δημιουργία της ΟΠΑ θα μετριάσει την ε/κ πολιτεία στο 67% του εδάφους και την τ/κ στο 23%, δεδομένου ότι θα πρέπει να της αφεθεί ένα 10% του εδάφους. Η ΟΠΑ θα μπορεί να περιλαμβάνει περιοχές που συζητήθηκαν κατά καιρούς στα διάφορα σχέδια λύσης. Ενδεικτικά θα μπορούσε περιλαμβάνει τη νεκρή ζώνη, όλη την περιοχή του διαμερίσματος Μόρφου, όλη την εντός των τειχών νεκρή ζώνη της Λευκωσία, την εντός των τειχών πόλη της Αμμοχώστου, τα τέσσερα μεγάλα χωριά της Καρπασίας (Ριζοκάρπασο, Γιαλούσα, Αγία Τριάδα, Άγιος Ανδρόνικος) τα οποία ήταν σε διάφορα σχέδια για επιστροφή, τα τέσσερα μαρωνίτικα χωριά (Ασώματος, Κορμακίτης, Αγία Μαρίνα, Καρπάσια), και τέλος τα Κόκκινα στην Τυλληρία. Θα μπορεί επίσης να περιλαμβάνει και μέρος της βρετανικής βάσης της Δεκέλειας, για την επιστροφή της οποίας είχε γίνει αναφορά στο παρελθόν, καθώς και μέρος από τις άλλες βρετανικές βάσεις. Η ΟΠΑ θα έχει μια εδαφική συνέχεια (Αμμόχωστος – Λιμνίτης) και τρεις θύλακες (Κόκκινα, τα χωριά της Καρπασίας και τα Μαρωνίτικα χωριά). Οι αρχαιολογικοί και θρησκευτικοί χώροι όπως και τα λιμάνια και τα αεροδρόμια θα πρέπει επίσης να τεθούν υπό την ομοσπονδιακή διοίκηση.
Αυτή η περιοχή θα πρέπει να ενσωματώνει πρότυπα στοιχεία. Για παράδειγμα, ομοσπονδιακές πρότυπες πανεπιστημιακές σχολές, ομοσπονδιακά πρότυπα πανεπιστημιακά νοσοκομεία, ομοσπονδιακά ερευνητικά κέντρα, καθώς επίσης και τα ομοσπονδιακά δικαστήρια. Ακόμη, και σύγχρονες εγκαταστάσεις όλων των ομοσπονδιακών αθλητικών (εθνικών) ομάδων της Κύπρου. Θα μπορούσε επίσης να περιλαμβάνει κέντρα πράσινης ανάπτυξης, όπως για παράδειγμα μεγάλα ηλιακά πάρκα στην πεδιάδα της Μεσαορίας, αλλά και φυτείες βιο-οργανικών καλλιεργειών. Τέτοιες δραστηριότητες, με σωστό προγραμματισμό πράσινης ανάπτυξης, είναι απόλυτα συμβατές με το «Green deal» της ΕΕ, από όπου θα μπορούσαμε να επιδιώξουμε γενναίες χρηματοδοτήσεις, ως επιβράβευση της λύσης. Η ΟΠΑ θα λειτουργεί με ειδικό καθεστώς και ως συγκοινωνιακός κόμβος ανάμεσα στις δύο πολιτείες. Από επιχειρηματικής άποψης, στην ΟΠΑ, θα μπορούσε να αναπτυχθεί ένας βιότοπος νεοφυών επιχειρήσεων, αλλά και να προωθηθεί η εγκατάσταση κάποιων εξειδικευμένων βιομηχανιών, με ειδικά κίνητρα. Θα μπορεί δηλαδή να μετατραπεί η περιοχή αυτή σε ένα νέο εκπαιδευτικό και επιχειρηματικό κέντρο και ένα απέραντο ευρωπαϊκό τεχνολογικό και επιστημονικό πάρκο, και να συμβάλει σε κοινές δραστηριότητες ε/κ και τ/κ, ειδικά των νέων της Κύπρου.
Με τον τρόπο αυτό θα μετατραπεί η οικονομία της ομοσπονδιακής κεντρικής κυβέρνησης σε αιμοδότη των δύο πολιτειών της ομοσπονδίας. Η ΟΠΑ θα είναι στην ουσία μία περιοχή προώθησης της κοινής δράσης και εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Αυτά πρέπει να ζητήσουμε από την ΕΕ να στηρίξει, ως μέρος της οικονομικής ενίσχυσης της λύσης. Η ΕΕ να δώσει προοπτική στους νέους ανθρώπους για να αγκαλιάσουν και να στηρίξουν τη λύση.
Αυτή η πρόταση ξεφεύγει από τη λογική της εξελικτικής λύσης που διατυπώθηκε πολλές φορές στο παρελθόν. Θα εισέλθουμε σε μια περίοδο εξελικτικής βελτίωσης της λύσης, όπου βασικά οι δύο πολιτείες, ε/κ και τ/κ θα επιδιώκουν μία μεγαλύτερη σχέση και συνεργασία με την ΟΠΑ του ειδικού καθεστώτος που ενδεχομένως μελλοντικά να αποτελέσει πρότυπο για ολόκληρη την Κύπρο.
Για την τελική διαμόρφωση της ιδέας αυτής της ΟΠΑ θα παρουσιαστούν και θα προωθηθούν μελέτες, που θα καλύπτουν και συνταγματικής φύσεως θέματα. Για παράδειγμα, ποιο θα είναι το καθεστώς λειτουργίας; Ποια θα είναι η σχέση του καθεστώτος με τα ειδικά καθεστώτα των δύο περιφερειών; Πώς αποφεύγονται περιπλοκές και στρεβλώσεις λόγω λειτουργίας ειδικής ζώνης παράλληλα με τις δύο πολιτείες;
Για τη δημιουργία της ΟΠΑ δεν θα πρέπει να περιμένουμε τη λύση του κυπριακού, θα πρέπει από τώρα με την ενθάρρυνση της ΕΕ αλλά και του διεθνούς παράγοντα να αρχίσουν κάποια κοινά έργα σε περιορισμένης κλίμακας χώρο ώστε να αρχίσει να χτίζεται η αμοιβαία εμπιστοσύνη.
Αποχώρηση Κατοχικών Στρατευμάτων
Αφετηρία και απαραίτητη βάση μιας λύσης είναι η συμφωνημένη αποχώρηση όλων των κατοχικών στρατευμάτων και η κατάργηση των εγγυήσεων εντός ενός σύντομου χρονοδιαγράμματος.
Με την υπογραφή λύσης θα πρέπει άμεσα να αποχωρήσει ο κύριος κορμός των κατοχικών στρατευμάτων. Ο βαρύς οπλισμός του πρέπει να τεθεί υπό την εποπτεία του ΟΗΕ μέχρι την απομάκρυνσή του. Τα βαριά όπλα της εθνικής φρουράς θα μπορούν επίσης να τεθούν υπό την εποπτεία του ΟΗΕ μέχρι την ίδρυση και λειτουργία του επαγγελματικού στρατού της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Κύπρου, με βάση πρόνοιες του νέου συντάγματος. Η Κύπρος πρέπει να έχει τον δικό της στρατό για να λειτουργεί ολοκληρωμένα στο πλαίσιο της ΕΕ. Είναι κάτι που πλέον απαιτείται και λόγω των απειλών, για παράδειγμα, από τρομοκρατικές επιθέσεις.
Παραμονή στρατευμάτων μπορεί να γίνει αποδεκτή, μόνο για μικρής διάρκειας μεταβατική περίοδο με συμμετοχή στρατευμάτων χωρών μελών της ΕΕ και άλλων χωρών που θα είναι κοινά αποδεκτές από τις δύο κοινότητες. Είναι καίριας σημασίας να ληφθούν υπόψη οι ανησυχίες και οι φόβοι όλων των Κυπρίων, δεδομένων των τραγικών εμπειριών από το παρελθόν.
Μετά την ολοκλήρωση δύο εκλογικών διαδικασιών των πολιτειακών αξιωματούχων της νέας ομοσπονδιακής Κύπρου (δηλαδή μετά από πέντε χρόνια), προτείνεται η δημιουργία κυπριακού στρατού αποτελούμενου από τις δύο κοινότητες αλλά και από τις υπόλοιπες θρησκευτικές ομάδες. Υπενθυμίζεται ότι, βάσει του συντάγματος του ’60, ο επαγγελματικός στρατός αποτελείτο από 2.000 στελέχη (1.200 από την ε/κ κοινότητα και 800 από την τ/κ). Ο επαγγελματικός κυπριακός στρατός θα πρέπει να έχει περισσότερο τα χαρακτηριστικά ενός «rapid response body», πάρα αυτά ενός επιχειρησιακού στρατού.
Σε ένα εναλλακτικό σενάριο, με την αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων θα μπορούσε να εξεταστεί η πλήρης αποστρατικοποίηση της Κύπρου με απαραίτητες ασφαλιστικές δικλίδες.
Οι Διεθνείς Σχέσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας
Οι αρμονικές σχέσεις με όλες τις χώρες της περιοχής μας πρέπει να αποτελούν τη βασική επιδίωξη της ενωμένης Κύπρου. Η εν εξελίξει ομαλοποίηση των σχέσεων Ισραήλ-Αράβων αποτελεί θετική εξέλιξη για την περιοχή μας γιατί μειώνει τις εντάσεις, ιδιαίτερα σημαντικό για τις μικρές χώρες. Η στρατηγική μας δεν πρέπει να βασίζεται σε μια μόνιμη διάσταση σχέσεων Τουρκίας-Ισραήλ ή ακόμη Τουρκίας-Αιγύπτου. Ως μικρή χώρα, η Κύπρος θα πρέπει να προσπαθεί να συμβάλλει στην αποκλιμάκωση γεωπολιτικών ανταγωνισμών.
Οι μικρές χώρες έχουν πάντα περιορισμένο πλαίσιο δράσης. Στο πλαίσιο της ΕΕ, η Κύπρος θα πρέπει να αποφεύγει να παίρνει θέση σε διενέξεις της περιοχής. Να αποκτήσει δηλαδή και θεσμικά ένα ρόλο ουδετερότητας για κάποια θέματα. Κάποιοι ίσως θα δουν την πρόταση αυτή ως μια μορφή απώλειας κρατικής κυριαρχίας, ωστόσο η Ελβετία που έχει υιοθετήσει παρόμοιες συμπεριφορές δεν θεωρείται κράτος μειωμένης κυριαρχίας.
Η Λειτουργικότητα του Κράτους και το Ευρωπαικό Πλαίσιο
Η λύση θα πρέπει επίσης να είναι λειτουργική σε θέματα οικονομικής ανάπτυξης και να ανοίγει δρόμους συνεργασίας και συνύπαρξης, περιλαμβανομένης της δημιουργίας κοινών επιχειρήσεων. Στρατηγική της επανενωμένης Κύπρου θα πρέπει να είναι η επίτευξη αειφόρου και βιώσιμης ανάπτυξης με βάση τις σύγχρονες προτεραιότητες (πράσινη οικονομία, καινοτομία, ψηφιακή οικονομία κλπ.). Παράλληλα, θα πρέπει να επιδιώκεται η σταδιακή σύγκλιση του βιοτικού επιπέδου ε/κ και τ/κ, κυρίως μέσω της προώθησης ενός φιλόδοξου επενδυτικού προγράμματος ενίσχυσης των κοινωνικών και οικονομικών υποδομών στην τ/κ περιφέρεια. Η βιώσιμη ανάπτυξη στις δύο περιφέρειες και την ΟΠΑ θα πρέπει να αποτελέσει βασικό πυλώνα εμβάθυνσης της ενοποίησης του χώρου, του λαού της Κύπρου και του ομοσπονδιακού κράτους. Η ευημερία όλων είναι σημαντική για το μέλλον της λύσης.
Η εφαρμογή του πλαισίου της ΕΕ, με τις μικρότερες δυνατόν αποκλίσεις μεταβατικής φύσεως, αποτελεί αδήριτη αναγκαιότητα για την επίτευξη σταθερής και βιώσιμης ανάπτυξης και οικονομικής σύγκλισης ε/κ και τ/κ της επανενωμένης Κύπρου. Αυτό ισχύει για τους κανόνες εποπτείας του τραπεζικού τομέα, τους δημοσιονομικούς κανόνες, τους κανόνες που θα διέπουν τον ανταγωνισμό. Εξίσου σημαντικό είναι να ισχύσουν αυστηρά ποιοτικά πρότυπα σε ότι αφορά νευραλγικούς τομείς της οικονομίας, περιλαμβανομένων της παιδείας, της υγείας και της κοινωνικής πρόνοιας. Επίσης σημαντικό είναι να διασφαλιστούν τα δικαιώματα ελεύθερης διακίνησης και εγκατάστασης.
Αναγνωρίζουμε ότι το πιο περίπλοκο πρόβλημα είναι το περιουσιακό. Αφετηρία οποιασδήποτε προσέγγισης πρέπει να είναι αναγνώριση όλων των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων, ε/κ και τ/κ. Η άσκηση αυτών των δικαιωμάτων αναπόφευκτα θα λαμβάνει υπόψη τις σημερινές πραγματικότητες που έχουν δημιουργηθεί μετά την παρέλευση σχεδόν 47 χρόνων κατοχής, ενώ θα υπόκειται σε μεταβατικές περιόδους.
Η λύση θα πρέπει επίσης να ενθαρρύνει τη στενή συνεργασία, φέρνοντας μαζί όλες τις παραγωγικές δυνάμεις του τόπου, ειδικότερα τους νέους, τους επιστήμονες, τους ανθρώπους του πολιτισμού, τους αθλητές και τους φοιτητές, με αξιοποίηση των ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Για παράδειγμα, το ομοσπονδιακό πανεπιστήμιο, τα ομοσπονδιακά σχολεία, το ομοσπονδιακό πανεπιστημιακό νοσοκομείο, το ομοσπονδιακό θέατρο και κέντρο πολιτισμού θα μπορούσαν να ενταχθούν σε τέτοια προγράμματα. Θα πρέπει ωστόσο από την αρχή, να καθοριστεί ότι η διοίκηση τους, παράλληλα με τους όποιους κανόνες ποσοστώσεων, θα στηρίζεται μόνο σε ακαδημαϊκά προσόντα αριστείας, όπως γίνεται ευρέως στα ομόσπονδα ακαδημαϊκά ιδρύματα.
Θα πρέπει να υποδείξουμε και να πείσουμε τους συμπατριώτες μας τ/κ ότι η κοινή δράση όλων των Κυπρίων είναι προς το συμφέρον όλων και ειδικά της νέας γενιάς.
Διεθνείς εγγυήσεις
Είναι προφανές ότι ένα «κανονικό» κράτος δεν χρειάζεται διεθνείς εγγυήσεις. Ωστόσο το «Νέο Κύμα» θεωρεί ότι για την Κύπρο, σε μια φουρτουνιασμένη περιοχή του πλανήτη, με διαχρονικές συγκρούσεις και διενέξεις, οι εγγυήσεις είναι αναπόφευκτες, τουλάχιστον για ένα περιορισμένο χρονικό πλαίσιο.
Ο βασικός όρος για ένα νέο σχήμα εγγυήσεων είναι ο αποκλεισμός των υφιστάμενων τριών εγγυητριών δυνάμεων. Οι εμπειρίες του παρελθόντος δεν αφήνουν περιθώρια για διατήρηση του σημερινού πλαισίου.
Οι εγγυήσεις μπορεί να προέρχονται, είτε από την ΕΕ, είτε από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, επικαλούμενοι το Κεφάλαιο VII Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, είτε από συνδυασμό των δύο. Η Τουρκία αντιδρά στην προοπτική των εγγυήσεων από την ΕΕ γιατί η ίδια δεν είναι μέλος της ΕΕ, ωστόσο η ιδέα αυτή είναι λογική και φυσιολογική, καθώς η επανενωμένη Κύπρος θα είναι μέλος της ΕΕ.