Του Βαγγέλη Γέττου
Νομικού, MA Ποινικών επιστημών
Πρόσφατα προσκλήθηκα να συμμετάσχω σε ένα πολύ ενδιαφέρον πάνελ για το μεταναστευτικό. Στο πάνελ συμμετείχαν μεταξύ άλλων ειδικοί (επιστήμονες των ανθρωπιστικών σπουδών κ.ά.) και ένας πρόσφυγας. Διαβάστηκε επίσης χαιρετισμός του πρώην Επιτρόπου Μεταναστευτικού Δ. Αβραμόπουλου.
Η αλήθεια είναι ότι όταν έλαβα την πρόσκληση προβληματίστηκα – και όχι λόγω του Αβραμόπουλου. Ακόμα και ο κ. Αβραμόπουλος, με τον οποίο με χωρίζει πολιτικό χάος, υπήρξε μια μετριοπαθής φωνή. Εκεί που έχει φτάσει ο αντιμεταναστευτικός, μισαλλόδοξος ορμπανικός λαϊκισμός στην Ευρώπη, ευτυχώς που την προσφυγική κρίση που ξέσπασε το 2015-2016 λόγω της κορύφωσης του συριακού εμφυλίου, δεν την διαχειρίστηκε κάποιος από τους ομογάλακτούς του κυρίου Αβραμόπουλου που ζητούσαν επί τούτου νεκρούς στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο ώστε να αποθαρρυνθούν οι άνθρωποι που προσπαθούν να ξεφύγουν από τον όλεθρο.
Τέτοιες τοποθετήσεις περί αποθάρρυνσης, στην εποχή της μεγαλύτερης μεταναστευτικής κίνησης που έχει γνωρίσει η ανθρωπότητα, είναι σαν την ώρα που γίνεται ένας σεισμός, εσύ να τον διατάζεις να σταματήσει. Ή ανατρέχοντας στον Ηρόδοτο, μου θυμίζει τον Ξέρξη που διέταξε να μαστιγώσουν τη θάλασσα λόγω της καταστροφής της γεφύρωσης του Ελλησπόντου από μια απροσδόκητη θαλασσοταραχή. [1]
Μόλις έλαβα την πρόσκληση της πρόσκλησης, αναρωτήθηκα μονομιάς: «γιατί σε αυτές τις συζητήσεις, οι ‘’ειδικοί’’ να είναι πάντα κατά πολύ περισσότεροι από τους άμεσα ενδιαφερόμενους;»
Ένα από ρεύματα στις σπουδές της διαφορετικότητας, μας έχει πια αποκαλύψει και τεκμηριώσει το γεγονός ότι όταν εμείς ως δυτικοί, ως Ευρωπαίοι πολίτες με δικαιώματα ελεύθερης μετακίνησης, έστω και σε αναστολή λόγω της πανδημίας, εμείς λοιπόν οι ασφαλείς υπό την σκέπη ενός όποιου κράτους, δεν μιλάμε για τους μετανάστες υπό ένα ουδέτερο πρίσμα. Αντιθέτως, με το λεκτικό και σημειολογικό διαχωρισμό μας, έχουμε ήδη υψώσει το καβαφικό τείχος «και ανεπαισθήτως», όπως λέει ο ποιητής, έχουμε κλειστεί μέσα του με την δυτική μας ταυτότητα στα δόντια. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή που εμείς γινόμαστε οι insiders και οι ικέτες προστασίας οι outsiders, αναβαθμίζουμε την νομική έννοια του μετανάστη σε ανθρωπολογικό τύπο, τον κατατάσσουμε στερεοτυπικά σε μια κοινωνική κατηγορία με σταθερά, αμετάβλητα και μη δυναμικά χαρακτηριστικά. Αυτό φυσικά δεν επηρεάζει μόνο την συναισθηματική μας στάση απέναντι στον ικέτη. Αυτό αποτελεί ένα βιοεξουσιαστικό μηχανισμό στα χέρια της πολιτικής και της οικονομίας. Έχουμε ποτέ αναρωτηθεί αν όλοι οι μετανάστες αποδέχονται την μεταναστευτική τους ταυτότητα ως την πιο κρίσιμη της ύπαρξής τους;
Ένα παράδειγμα για περαιτέρω αναστοχασμό: κατά την αδέξια επιβολή της πρώτης καραντίνας στην Κύπρο, χιλιάδες Κύπριοι εγκλωβίστηκαν σε όλες τις χώρες του κόσμου. Αξέχαστη παραμένει η σκηνή στο αεροδρόμιο της Λάρνακας μιας μητέρας φοιτητή που σπούδαζε στην Αγγλία η οποία κατακεραυνώνει τους υπεύθυνους του αεροδρομίου για το γεγονός ότι ο γιος της είχε κρατηθεί στην transit zone και δεν του επιτρεπόταν να εισέλθει στη Δημοκρατία. Μέχρι εκείνη τη στιγμή ο φοιτητής δεν νομίζω να ένιωθε μετανάστης. Ούτε και η μητέρα του. Να όμως που ένα νομικό γεγονός (βλ. επιβολή περιοριστικών υγειονομικών μέτρων) κατατάσσει έναν άνθρωπο άνευ άλλης διατύπωσης σε μια δυνητικά επικίνδυνη κοινωνική κατηγορία (βλέπε επαναπατριζόμενοι που είναι επικίνδυνοι για την δημόσια υγεία μιας ευρωπαϊκής χώρας).
Πριν από μερικές μέρες γιορτάστηκε η επέτειος για τα 200 χρόνια από τον ξεσηκωμό του 1821. Μία επέτειος που συναισθηματικά, ταυτοτικά, ιδεολογικά και πολιτικά ενεργοποιεί το υπαρξιακό ένστικτο μιας μεγάλης μερίδας Ελληνοκυπρίων. 200 χρόνια μετά την Επανάσταση, ο πιο γνωστός Έλληνας του κόσμου είναι ένας μετανάστης δεύτερης γενιάς από την Νιγηρία, ένας μαύρος που πριν γίνει πασίγνωστος, πουλούσε πειρατικά cd στις καφετέριες της Αθήνας. Ο Γιάννης Αντεντοκούμπο έτυχε να έχει και τα σωματικά χαρακτηριστικά και τα ψυχικά αποθέματα ώστε να πετύχει ολομόναχος τον στόχο του, κόντρα στον θεσμικό ρατσισμό που μέχρι και πριν λίγα χρόνια τού αρνείτο την ιθαγένεια. Έτυχε. Σε άλλους, στους πολλούς, δεν έτυχε ούτε πρόκειται να τύχει. Ούτε στην Ελλάδα ούτε στην Κύπρο.
Ένας καθηγητής πανεπιστημίου που μπορεί να καταφτάσει από την Συρία ως πρόσφυγας μέσα σε ένα ψαροκάικο στην Κύπρο, δεν έχει σημασία τί περγαμηνές φέρνει μαζί του. Τι κόπο κατέβαλε στη ζωή του. Τι θα μπορούσε να προσφέρει στην 3βάθμια εκπαίδευση της χώρας. Πως θα μπορούσε να προσθέσει το δικό του λιθαράκι στην ανταγωνιστικότητα και την αύξηση της παραγωγικότητας της χώρας. Εμείς, οι insiders, αποφασίζουμε ότι κυρίαρχη ιδιότητά του δεν είναι η μόρφωσή του αλλά η καταγωγή του.
Αυτό αν το σκεφτούμε υπό την καπιταλιστική σκοπιά, ενέχει μια αντίφαση. Ωστόσο ακόμα και η πιο ανοιχτή αγορά έχει ανάγκη από το εξωτερικό φόβητρο. Αλλιώς η υπακοή που συγκεντρώνει τον πλούτο σε λίγους ολιγάρχες θα πήγαινε περίπατο. Όμως στην περίπτωση ενός Μαλαισιανού καταζητούμενου που λαδώνει με 300.000€ τον Αρχιεπίσκοπο για να μεσολαβήσει για την απόκτηση διαβατηρίου, δεν προκρίνουμε την μεταναστευτική του ιδιότητα αλλά απλώς το γεγονός ότι είναι ζάμπλουτος.
Για να πάω σε παραδείγματα που μου πρόσφερε η εμπειρία μου ως νομικός σύμβουλος ασυνόδευτων ανήλικων προσφύγων στην Κύπρο, ένας Κονγκολέζος πρόσφυγας με απίστευτο ποδοσφαιρικό ταλέντο δεν μπορεί να συμμετάσχει σε αγώνες κατώτερων κατηγοριών παρά μόνο να προπονείται, τουλάχιστον όσο περιμένει την απόφαση για την αίτηση ασύλου που έχει υποβάλει. Όλη την εβδομάδα έκανε προπονήσεις και την Κυριακή παρακολουθούσε τον αγώνα από τον πάγκο. Αυτός ο νεαρός που θα μπορούσε να γίνει ένα role model ένταξης για άλλους νεαρούς μετανάστες -που αντί του αθλητισμού στρέφονται σχεδόν νομοτελειακά στην παραβατικότητα- αφήνεται απλώς στη μοίρα του.
Την ίδια στιγμή, ένας άλλος υπήκοος τρίτης χώρας, ας πούμε ένας Ρώσος μεγιστάνας μπορεί να έρθει εδώ, να πάρει διαβατήριο, να χτίσει όπου του γουστάρει και αν κάποια στιγμή βαρεθεί, να παρατήσει έναν στοιχειωμένο ουρανοξύστη στο κέντρο κάποιας κυπριακής πόλης.
Αυτή την παράνοια, όσα επιχειρήματα περί του αντιθέτου κι αν ακούω κατά καιρούς, μέσα μου δεν μπορώ να την χωνέψω. Και ας πούμε ότι αυτή την παράνοια δεν μπορεί να την χωνέψει ένας ας πούμε νέος άνθρωπος που βράζει το αίμα του και δεν ανέχεται αυτή την θεσμικά σχιζοφρενική κατάσταση. Έλα, όμως, που αυτοί που αντιδρούν παγκοσμίως δεν είναι μόνο το antifa κίνημα ή οι «αναρχοάπλυτοι» όπως χαρακτηρίστηκαν από κυβερνητικό παράγοντα όσοι διαμαρτυρήθηκαν για τις άθλιες συνθήκες κράτησης στην Πουρνάρα.
Στην Ιταλία, π.χ., ο ευτυχώς τέως κυβερνητικός εταίρος και πρώην Υπουργός Εσωτερικών νεοφασίστας ηγέτης της Λέγκας του Βορρά Ματέο Σαλβίνι παραπέμπεται σε δίκη για παράνομη προσβολή της ατομικής ελευθερίας των 180 μεταναστών που κράτησε αρόδο μέσα σε πλοιάριο διεθνούς ΜΚΟ στο οποίο δεν επέτρεψε να δέσει στη Σικελία. Στις, δε, ΗΠΑ ο νεοεκλεγείς πρόεδρος ακύρωσε το διάταγμα Τραμπ για τον περιορισμό μετακίνησης πολιτών από μουσουλμανικές χώρες. Και επειδή στους καιρούς της παν-ψηφιοποίησης η Ιστορία, ακόμα και η πιο πρόσφατη, υποτιμάται, ας θυμηθούμε το κάλεσμα της γερμανικής ένωσης βιομηχάνων το 2015 που ζητούσε από την Μέρκελ επειγόντως 1.000.000 φτηνά εργατικά χέρια. Πράγμα που η Μέρκελ έκανε.
Τότε, η ευρωπαϊκή δεξιά μίλησε για μεγαλόψυχη κίνηση. Γρήγορα, όμως, τα κίνητρα έγιναν σαφή όπως και η αλλαγή πλεύσης με την εγκατάλειψη της Ελλάδας και της Κύπρου στη μοίρα τους. Με το νέο σιδηρούν παραπέτασμα της ομάδας του Βίζεγκραντ – βλέπε Ουγγαρία, Σλοβακία, Τσεχία και Πολωνία – η Γερμανία, η Ολλανδία και η Δανία στήριξαν μια «Πέμπτη Φάλαγγα» εντός της Ε.Ε., αποτελούμενη από ακροδεξιές κυβερνήσεις που έχουν δηλώσει την σαφή πρόθεσή τους να τελειώνουν με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Στην εποχή που το ανεπίλυτο ανατολικό ζήτημα αναθερμαίνεται όπως και οι γεωπολιτικές και γεωστρατητικές διεργασίες, οι κεφαλές των μεταναστών δεν μετριούνται μόνο με όρους παραγωγικότητας. Εφόσον, όπως υποστηρίζει ο Κλαούζεβιτς «ο πόλεμος είναι η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα», οι μετανάστες από ένα οικονομικό και πολιτικό εργαλείο, πλέον μετατρέπονται σε κορυφαίο μέσο άσκησης οιονεί πολεμικών πιέσεων, όπως τα γεγονότα στον Έβρο. Αυτή η τάση δεν υιοθετείται μόνο από την Τουρκία, όπως μονομερώς υποστηρίζεται κατά καιρούς. Και η Γερμανία πιέζει τις νότιες χώρες μέσω Τουρκίας. Το ευρωπαϊκό πακέτο Μάρσαλ για την ανάκαμψη από τον τρομακτικό αντίκτυπο της πανδημίας που θα μοιραστεί πρωτίστους από τους Γερμανούς, περνά αναγκαστικά από την Τουρκία. Με λίγα λόγια το μήνυμα που στέλνεται στην Ελλάδα και στην Κύπρο είναι το εξής απλό: αν θέλετε να πάρετε χρήματα και ένα κομμάτι από την ενεργειακή πίτα, λύστε τις διαφορές σας με την Τουρκία με κάθε τρόπο (υπέρ ή σε βάρος των οικουμενικών δικαιωμάτων του ανθρώπου – λίγη σημασία έχει). Εξ ου και η εικονική διελκυστίνδα για την επεξεργασία της θετικής ατζέντας των ευρωτουρκικών σχέσεων που εγκρίθηκε πριν λίγες μέρες από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Ας σκεφτούμε τί σημαίνει για την πορεία της ανθρωπότητας στον 21ο αιώνα, εκατομμύρια άνθρωποι να αντιμετωπίζονται ως γεωπολιτικό ή οιονεί πολεμικό υπερόπλο. Αν η Χιροσίμα και το Ναγκασάκι όπου άνθρωποι, όχι εμπόλεμοι στρατιώτες, πλήρωσαν με την ζωή τους την γεωπολιτική καθόρισε του 20ο αιώνα, οι μετανάστες και οι πρόσφυγες θα πληρώσουν με την ταλαιπωρία ή τον αφανισμό τους τον καθορισμό του γεωπολιτικού σκηνικού του 21ου αιώνα. Πόσες χιλιάδες έχουν πεθάνει στην Μεσόγειο, στα τουρκικά αγροτικά και κατασκευαστικά κάτεργα, στις ανθρωποαποθήκες της Λιβύης, στα βρόχια των κυκλωμάτων trafficking, εμπορίας οργάνων, στα στρατόπεδα του ISIS και των Τούρκων εισβολέων στις κουρδικές περιοχές του Ιράκ και της Συρίας, μέχρι οι Ευρωπαίοι να αποφασίσουν τί θα κάνουν με αυτούς; Τα 6 δις που δόθηκαν στην Τουρκία είναι ψίχουλα μπροστά στην οικονομική και πολιτική υπεραξία που παράγει η διάχυση της φοβίας, η δηλητηρίαση της κοινωνίας με το μίσος.
Επιστρέφοντας στα της Κύπρου, τα θλιβερά έως αποτροπιαστικά συρματοπλέγματα στον Αστρομερίτη δεν αντέχουν ούτε στην πιο απλοϊκή επιχειρηματολογία. Συγκρίθηκαν από την κυπριακή κυβέρνηση με την ανάσχεση των μεταναστών στον Έβρο όταν ο Ερντογάν τους χρησιμοποίησε σαν επιθετικό όπλο. Δεν θα μπω καν στη σύγκριση. Τα συρματοπλέγματα στον Αστρομερίτη τα υπερπηδά κανείς με πανεύκολο τρόπο. Δεν αποτελούν μέτρο ανάσχεσης της παράτυπης μετανάστευσης. Αυτό είναι γελοίο και μόνο που το αρθρώνει κανείς σαν επιχείρημα Τα συρματοπλέγματα είναι απλά η εικονοποίηση των εξελίξεων που έρχονται στο Κυπριακό και δεν έχουν καμία μα καμία σχέση με το μεταναστευτικό. Αυτό όμως εκφεύγει αυτού του άρθρου.
Στον πυρήνα του σκεπτικού του παρόντος άρθρου δεν μπορεί παρά να βρίσκεται και το υπερσκάνδαλο των διαβατηρίων. Αν πιστέψουμε τη δήλωση κυβερνητικού παράγοντα περί «προστασίας της κουλτούρας και της ταυτότητάς μας», τότε, ας σκεφτούμε πόσο «αλλοιώνουν» αυτήν την κουλτούρα τα 3.000 διαβατήρια που δόθηκαν σε Κινέζους, Μαλαισιανούς, Ρώσους, Άραβες και άλλους Κροίσους όπου γης. Το σκάνδαλο των διαβατηρίων διέλυσε την προσπάθεια της κυβερνώσας ακροδεξιάς να φανεί ως ο θεματοφύλακας της όποιας κουλτούρας. Μόνη της κουλτούρα είναι το χρήμα και η υπόγεια συνδιαλλαγή σε βάρος των συμφερόντων της Δημοκρατίας και των πολιτών της από την πρώτη μέρα που ανέλαβε.
Επιστρέφω στο αρχικό μου ερώτημα που προβάλλει και πάλι σχεδόν κυκλικά. Θυμάμαι το κάπως παρεξηγημένο ποίημα του Πολέμη που ξεκινά ως εξής: «Τι είναι η πατρίδα μας; Μην είν’ οι κάμποι; Μην είναι τ’ άσπαρτα ψηλά βουνά;». Και ποιος είναι δικαιούχος της πατρίδας μας; Ποιος τελικά είναι αυτός που έχει δικαίωμα να επωφελείται αναλόγως των όσων προσφέρει σε αυτή; Ή ακόμα κι αν δεν προσφέρει, γιατί αυτό τον κάνει απευθείας outsider; Π.χ. ένας ξένος εργάτης που έμεινε παράλυτος από εργατικό ατύχημα, που κατατάσσεται σε αυτό το σχήμα που όπως έλεγε ο Σαββόπουλος «ξεβάφει αίμα και δάκρυ;».
Δεν ρωτάμε ποτέ τον μετανάστη αν θεωρεί την μεταναστευτική του ιδιότητα ως κυρίαρχο στοιχείο της ταυτότητάς του για έναν απλό λόγο. Γιατί επιφυλάσσουμε για εμάς τους insiders, το δικαίωμα να καθορίσουμε εμείς, με έναν παρα-ανθρωπολογικό τρόπο την ταυτότητά του. Ο σύγχρονος μετανάστης δεν είναι homo sapiens, δηλαδή όπως εμείς. Είναι ο homo sacer του ρωμαϊκού δικαίου, δηλαδή ο άνθρωπος που είναι γενικά εξορισμένος από τη ζωή, ο άνθρωπος ο οποίος μπορεί να σβηστεί από χάρτη, αποψιλωμένος από δικαιώματα και ελευθερίες. Ο σύγχρονος μετανάστης είναι ένα για εμάς ένα άδειο δοχείο που γεμίζουμε με νομικούς ορισμούς, πρωτοκολλημένα έγγραφα, εγκρίσεις ή απορρίψεις αιτήσεων.
Κλείνω με το ερώτημα: πως θα ήταν η οικονομία, η κοινωνία, η πολιτική, η ζωή μας ολόκληρη αν αντί για χαρτιά, ζητούσαμε από τους μετανάστες/πρόσφυγες να μάθουμε τις δεξιότητές τους, τη μόρφωσή τους, την εργασιακή τους πείρα, τα ενδιαφέροντά τους; Πως θα ήταν το σήμερα αν αντλούσαμε έμπνευση από το ρητό του Μεγάλου Αλεξάνδρου 2.300 χρόνια πριν: «Δεν ξεχωρίζω τους ανθρώπους, όπως κάνουν οι στενοκέφαλοι, σε Έλληνες και βαρβάρους. Δεν με ενδιαφέρει η καταγωγή των πολιτών, ούτε η φυλή που γεννήθηκαν. Τους κρίνω με ένα μόνο κριτήριο: την αρετή».
*Το παρόν κείμενο βασίζεται στην εισήγηση του συντάκτη του στην ημερίδα «Το μεταναστευτικό σήμερα», που διοργάνωσε η θεατρική ομάδα Persona, στις 27.3.2021, με αφορμή την ολοκλήρωση του κύκλου των παραστάσεων «Το κτήνος στο φεγγάρι».
[1] Ἱστορίαι: [7.35.1] ὡς δ᾽ ἐπύθετο Ξέρξης, δεινὰ ποιεύμενος τὸν Ἑλλήσποντον ἐκέλευσε τριηκοσίας ἐπικέσθαι μάστιγι πληγὰς […]