Την Άννα Ταρτίου, δεν τη γνώριζα.
Μαθαίνοντας όμως γι’ αυτή, συνειδητοποίησα ότι είναι ένας διαφορετικός άνθρωπος ανάμεσα μας, γεμάτος αγάπη κι ενσυναίσθηση, κάτι πια δυσεύρετο. Πριν κάποιους μήνες, διάβασα σε χρονολόγιο στο facebook “ 17/.. πήρα για κάποιους τη θαρραλέα απόφαση να φιλοξενήσω ένα δικό μου άτομο θετικό στον κορωνοιό, σε εξωτερικό χώρο του σπιτιού μου…»
Και κάπως έτσι γνώρισα την Άννα. Τη μαχητική γυμνάστρια, που ο καθημερινός της στόχος είναι η αυτοβελτίωση. Και τότε σκέφτηκα πως όσο υπάρχει ο άνθρωπος, υπάρχει ακόμα ελπίδα.
Σήμερα η Άννα Ταρτίου, ξετυλίγει την εμπειρία της ως ένας παρατηρητής του Covid19, την απόφαση της να σπάσει τα ταμπού και τις προκαταλήψεις ενάντια στον «κόβιντ – ρατσισμό» αλλά και το περίεργο του ιού, το να θες να βοηθήσεις αλλά να μη μπορείς να αγγίξεις, ένα άνθρωπο που αγαπάς.
«Δεν είχα σκοπό να κάνω τη συγκεκριμένη ανάρτηση να πω την αλήθεια γιατί δεν ήταν στόχος ή σκοπός μου να χαρακτηριστώ ήρωας! Κάποια γεγονότα και κάποιες αναρτήσεις που διάβαζα με ώθησαν να το κάνω», διευκρινίζει η Άννα Ταρτίου στους ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ.
Και μας αφηγείται τη συνέχεια:
«Όλα ξεκίνησαν μετά από ένα μήνυμα του συγκεκριμένου ατόμου ότι συνάδελφος του , ήταν θετικό στον ιό και έπρεπε να τεθεί σε αυτοπεριορισμό. Στη συζήτηση που είχαμε για το περιστατικό ρώτησα αν έχει κάπου να μείνει αφού γνώριζα ότι στο σπίτι το εν λόγω άτομο δεν ήθελε να διακινδυνεύσει την υγεία των υπόλοιπων μελών, της οικογένειας του, μένοντας στον ίδιο χώρο μαζί τους . Όταν μου είπε «σκέφτομαι να βρω κάπου να νοικιάσω», τότε, αυτόματα χωρίς σκέψη πρότεινα , στο συγκεκριμένο πρόσωπο, αν ήθελε να φιλοξενηθεί σε δικό μου χώρο στο εξωτερικό του σπιτιού μου. Κάπως έτσι ξεκίνησε το άγνωστο ταξίδι, πάντα με ένα μικρό φόβο στο πίσω μέρος του μυαλού μου.
Το πρώτο τεστ ήταν αρνητικό αλλά έπρεπε να γίνει και δεύτερο. Ήταν, Παρασκευή αργά το βράδυ , βγήκε το αποτέλεσμα το οποίο ήταν θετικό. H πρώτη σκέψη ήταν να ξημερώσει και να βρούμε, ένα άλλο χώρο διαμονής γιατί έπρεπε να σκεφτώ τη υγεία μου, την οικογένεια μου ,τη δουλειά μου. Χιλιάδες πληροφορίες που έπρεπε να επεξεργαστώ, μέσα σε λίγα λεπτά. Στο χάος των σκέψεων μου προσπάθησα να αντιστρέψω τους ρόλους με εμένα κι ένα άτομο που ήταν θετικό στον ιο. Τελικά αποφασίσαμε ότι θα φιλοξενηθεί για όσο χρόνο χρειαστεί. Μπορεί για κάποιους να θεωρείται θαρραλέα η απόφαση μου αλλά κάποτε πρέπει να θυμόμαστε ότι είμαστε άνθρωποι με συναισθήματα και όχι μηχανές!»
Προσθέτει:
«Για μένα, προσωπικά ήταν μια εμπειρία που σίγουρα , θα μου μείνει αξέχαστη γιατί όσα άκουγα τόσους μήνες , έπρεπε να τα αντιμετωπίσω έχοντας την ευθύνη για τη δική μου υγεία αλλά και την ευθύνη ενός ανθρώπου που ήδη νοσούσε.
Οι δυσκολίες τις αντιμετώπισης κράτησαν, δυο – τρεις , μέρες μέχρι να συνειδητοποιήσω πως έπρεπε να διαχειριστώ τη κατάσταση . Βασικά δεν υπήρξαν δυσκολίες αλλά μια ψυχοφθόρα κατάσταση η οποία προσωπικά με έθιγε σαν ανθρώπινη ύπαρξη.
Μου ήταν αδιανόητο να προσφέρω φαγητό σε συνάνθρωπο μου, σε σκεύος μίας χρήσης από απόσταση.
Όταν χρειάστηκε να νοσηλευτεί, ενώ ήξερα ότι μπορούσα να προσφέρω πρώτες βοήθειες (λόγω επαγγελματικής ιδιότητας) μέχρι να έρθει το ασθενοφόρο μου ήταν αδιανόητο να αποδεχτώ ότι ενώ μπορούσα απαγορευόταν και απλά ήμουν ένας θεατής στο πόνο ενός ανθρώπου.
Αυτό το άγνωστο ταξίδι για εμένα ήταν μια τεράστια εμπειρία ζωής η οποία μου δίδαξε πολλά. Κατάφερα να αναθεωρήσω πολλά και να εκτιμήσω ακόμα πιο πολλά, μικρά καθημερινά πράγματα τα οποία πάντα λόγω ρουτίνας, τ’ αφήνουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας.
Όσο στενάχωρο και πρωτόγνωρο κι αν είναι αυτό που ζούμε, η υγεία μας είναι το μεγαλύτερο αγαθό, η μεγαλύτερη ανθρώπινη ελευθερία που μπορεί να έχει ο καθένας μας»!