Η Μαρίνα Μαλένη είναι ένας άνθρωπος πολυτάλαντος με πολλές γνώσεις για ποικίλα θέματα και με πολλές ιδιότητες.
Είναι από τις γυναίκες που μπορείς να συζητάς μαζί τους για ώρες και να μη χάνεις το ενδιαφέρον σου στιγμή. Αυτή τη φορά, η κυρία Μαλένη μιλάει στους «ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ», μέσα από τις εμπειρίες της, ως θεατρική λειτουργός του ΘΟΚ, για το θέατρο στα χρόνια της πανδημίας, για τη σταδιακή άρση των μέτρων προς τους θεατρικούς χώρους, αλλά και για τα όσα διαδραματίζονται τις τελευταίες μέρες , κυρίως στην Ελλάδα, μετά τις αποκαλύψεις περί σεξουαλικής κακοποίησης/παρενόχλησης, στις θεατρικές σκηνές.
Έχει ξεκινήσει μια σταδιακή άρση των μέτρων όσο αφορά την επαναλειτουργία των θεάτρων. Ποιό το δικό σας σχόλιο;
«Χαίρομαι πολύ γιατί έχει αρχίσει ένας διάλογος ανάμεσα στα αρμόδια σώματα και τους άμεσα ενδιαφερόμενους, προκειμένου η σταδιακή άρση να γίνει έχοντας ως γνώμονα και τις ειδικές συνθήκες των παραστασιακών τεχνών. Σίγουρα η δυνατότητα για μόνο πενήντα θεατές δεν αφήνει να λειτουργήσουν όλοι οι χώροι επαρκώς. Το θεωρούμε όμως ευπρόσδεκτο βήμα, μετά την καθολική απαγόρευση λειτουργίας των θεάτρων και εύχομαι πως πολύ σύντομα θα έχουμε ανακοινώσεις που θα επιτρέπουν τη λειτουργία αιθουσών, νοουμένου ότι τούτο εναρμονίζεται και με τα κριτήρια που θέτουν οι επιδημιολόγοι, ως προς το 30% αρχικά ενδεχομένως και μετά στο 50% της χωρητικότητας πριν προχωρήσουμε στην κανονική λειτουργία.
Οι άνθρωποι του θεάτρου από την πρώτη στιγμή προσαρμόστηκαν με θαυμαστό τρόπο στα μέτρα, αν και με τεράστιο κόστος, οικονομικό, προσωπικό και καλλιτεχνικό λόγω των πρωτοκόλλων που άλλαζαν τη φύση της δουλειάς τους. Ανέτρεψαν πολλά από τα βασικά χαρακτηριστικά της δουλειάς τους προκειμένου να είναι ασφαλείς και οι ίδιοι και το κοινό τους, αλλά να μπορούν να συνεχίζουν αυτό το διάλογο από τη σκηνή στην πλατεία. Η συνάθροιση, που είναι το βασικό συστατικό για τις ζωντανές παραστατικές τέχνες, έγινε από τη μια στιγμή στην άλλη παράγοντας κινδύνου. Παρόλα αυτά, μπορέσαμε να ανταπεξέλθουμε χωρίς καμία καταγραφή διασποράς του ιού από θεατρικό χώρο, σε όλους τους μήνες που μπορέσαμε να λειτουργήσουμε με κοινό. Αυτό καλύπτει όλους τους χώρους των παραστασιακών τεχνών, το χορό, τη μουσική και είναι πραγματικά κρίμα να μην επιτρέπεται η συνέχιση της δημιουργικής διαδικασίας σε οποιονδήποτε από αυτούς, όπως είδαμε να συμβαίνει με τους επαγγελματίες χορευτές, των οποίων οι πρόβες δεν επετράπησαν, από φόβο πως η φύση της δουλειάς τους δεν θα επέτρεπε την τήρηση πρωτοκόλλων. Όμως, αυτός ο κίνδυνος υπήρχε σε όλες τις περιστασιακές τέχνες και είδαμε τους επαγγελματίες να προσαρμόζονται θαυμάσια.
Αντίστοιχα θα θέλαμε πολύ να βλέπαμε τρόπους να μπορέσει και το μη επαγγελματικό θέατρο να συνεχίσει, γιατί η αξία του είναι αδιαμφισβήτητη, τόσο ως στοιχείου θεατρικής ανάπτυξης αλλά και ως μέσου για ψυχοκοινωνική ενδυνάμωση των ανθρώπων στην τόσο δύσκολη περίοδο που περνούμε.
Ακόμα κι αν δεν τίθεται θέμα βιοπορισμού, είναι κρίμα ένας θεατρικός χώρος να μπορεί να ενοικιαστεί τη μια μέρα σε επαγγελματίες και την επομένη να μην μπορεί να ενοικιαστεί σε ερασιτεχνικό σχήμα, που τηρεί με ευλάβεια τα ίδια ακριβώς πρωτόκολλα. Αναγνωρίζουμε πως η προσπάθεια των Αρχών είναι να προφυλάξει την κοινότητα, όμως η αυστηρότητα, η πειθαρχία και η προσήλωση των ερασιτεχνών, είναι εφάμιλλη αυτής των επαγγελματιών.
Μέχρι στιγμής, υπάρχει προσέλευση κοινού;
Σήμερα που απαντώ τις ερωτήσεις σας, εξ’ όσων γνωρίζω δεν έχει ακόμα διεξαχθεί παράσταση μετά την άρση της απαγόρευσης. Είναι Τετάρτη, οι πρώτες παραστάσεις θα γίνουν την Παρασκευή, με μέχρι πενήντα άτομα ανάλογα με το χώρο και με αυστηρή τήρηση των πρωτοκόλλων. Εξ όσων γνωρίζω, είναι ήδη γεμάτες!
Αυτό δεν με εκπλήττει: όταν το καλοκαίρι, μετά από το πρώτο τεράστιο σοκ του λοκντάουν και το φόβο που κυρίευσε όλους μας, μετά από ένα τεράστιο αγώνα δρόμου ενάντια στις αντιξοότητες, καταφέραμε ως ΘΟΚ να ανοίξουμε από την πρώτη μέρα της άρσης των μέτρων το Αμφιθέατρο της Σχολής Τυφλών με την παραγωγή «Η μικρή μας πόλη», είδαμε με μεγάλη συγκίνηση τον κόσμο να προσέρχεται ευλαβικά, μια ώρα πριν την καθορισμένη ώρα έναρξης, με το μαξιλαράκι και το νεράκι τους, ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες που ετοιμάσαμε με μεγάλη σχολαστικότητα και πολλή δουλειά προκειμένου να είναι ασφαλείς όλοι, και να γεμίζει το θέατρο.
Το κοινό διψά για να ξαναβρεθεί σε κοινές πολιτιστικές εμπειρίες, να μοιραστεί την τέχνη με τους δημιουργούς, να κάνει κάτι για την ψυχή του και όχι μόνο για τα πρέπει του, έστω κι αν αυτό σημαίνει να τηρήσει τους σχετικούς κανόνες. Εμείς, προσπαθήσαμε πολύ να τηρήσουμε αφενός τα μέτρα, αλλά να μην νιώσει σε καμία στιγμή ο θεατής πως βρίσκεται σε στρατοκρατούμενο χώρο με στέρηση ελευθεριών πέρα από τη συγκατάθεσή του.
Θέατρα χωρίς προσκλήσεις;
Πιστεύω πως σε αυτή τη φάση, την τόσο ιδιαίτερη, το hashtag που δημιούργησα #ΧωρίςΠρόσκλησηΣτοΘέατρο έχει πολλαπλή σημασία: Πάμε στο θέατρο χωρίς να χρειαζόμαστε να μας καλέσουν, το κάνουμε από ανάγκη, από επιλογή, γιατί αναγνωρίζουμε την αξία του. Πάμε επίσης στο θέατρο, όπου αυτό είναι δυνατό, χωρίς να περιμένουμε ή να δεχόμαστε προσκλήσεις, αφού η τόσο μειωμένη χωρητικότητα θα σήμαινε σχεδόν καθόλου εισπράξεις για τους ανθρώπους που με θυσίες πασχίζουν κι εκείνοι να επιβιώσουν προκειμένου να μας προσφέρουν πολιτιστικό αγαθό. Από την άλλη, καταλαβαίνω πως υπάρχουν συμπολίτες μας που ειδικά τώρα, δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα για να επιλέξουν την πολυτέλεια της ψυχαγωγίας. Και σίγουρα το hashtag δεν αφορά αυτούς, που πολύ θα θέλαμε να τους δούμε στο θέατρο, με κάθε τρόπο. Αλλά όπου υπάρχει δυνατότητα, ας μην αξιοποιήσουμε το προνόμιο της πρόσκλησης. Ας είναι τα μέχρι πενήντα αυτά εισιτήρια που δικαιούται ο θίασος, αγορασμένα, για να μπορέσει να υπάρξει και συνέχεια στη δουλειά αυτών των ανθρώπων.
Έχουν πρόσφατα ανακοινωθεί βέβαια μέτρα που θα στηρίξουν τους θεατρικούς φορείς και είμαστε πολύ περήφανοι που ως κοινωνία μπορέσαμε να αναγνωρίσουμε αυτή την ανάγκη και έμπρακτα να τη στηρίξουμε. Όμως δεν είναι επαρκή τα οικονομικά προσφερόμενα για να επιβιώσουν οι θίασοι μόνο από αυτά. Κάθε στήριξη λοιπόν και από το κοινό που μπορεί να πληρώσει εισιτήριο, βάζει ακόμα ένα λιθαράκι για να πληρωθούν μισθοί, να ζήσουν οικογένειες καλλιτεχνών, να μπορέσουμε να συνεχίσουμε δημιουργικά τις παραστασιακές τέχνες.
Τις τελευταίας μέρες κι ιδιαίτερα στην Ελλάδα, ο χώρος του θεάτρου, έχει βρεθεί στο στόχαστρο σε ότι αφορά τη σεξουαλική κακοποίηση/παρενόχληση. Ποια η δική σας τοποθέτηση;
Πρώτα – πρώτα προφανώς καταδικάζω τέτοιες συμπεριφορές, όπου κι αν συμβαίνουν. Πιστεύω πως δυστυχώς είναι σε όλους τους χώρους κι αν οι άνθρωποι του θεάτρου έχουν καταφέρει να βγουν και να μιλήσουν, φαντάζομαι πόσο δύσκολο είναι για ανθρώπους σε άλλους χώρους, άλλου τύπου, οικονομικούς οργανισμούς, γραφεία, εταιρείες πολλών αφανών υπαλλήλων που δεν έχουν πρόσβαση, ούτε στα μέσα, ούτε σε άλλους μηχανισμούς.
Μετά, οφείλω να πω πως ενώ θαυμάζω και επικροτώ το ότι μίλησαν, με τρομάζει η εκμετάλλευσή τους, με διάφορους τρόπους, χωρίς διερεύνηση, χωρίς σωστή διαχείριση, με τρόπο που δεν αντιμετωπίζει δραστικά το πρόβλημα, χωρίς να προστατεύει από τη μια τα θύματα από οποιαδήποτε περαιτέρω παραβίαση της προσωπικότητας και της οντότητας τους, δίνοντας δύναμη από την άλλη στον οποιονδήποτε να συμβάλει στη δημόσια διαπόμπευση κάποιου που έκανε ή δεν έκανε, είπε ή δεν είπε κάτι, γιατί τώρα κι όχι τότε, ή χωρίς να επιβάλλεται ουσιαστική τιμωρία αν δεν ακολουθήσει το δρόμο της δικαιοσύνης η καταγγελία.
Τέλος, οφείλω να παραδεχθώ, πως πραγματικά οι τόσες κούφιες δηλώσεις που είδαμε δίπλα στις ουσιαστικές, δεν πιστεύω πως προσφέρουν βοήθεια για να εξαλειφθούν οι απαράδεκτες αυτές διαστροφές, παρά μόνο ίσως ως συμπαράσταση στα θύματα που μίλησαν. Ανεβαίνουμε όλοι στο κασονάκι μας και αγορεύουμε ως ειδήμονες, δείχνοντας το δάκτυλο στον ένα ή τον άλλο, φορέα ή άνθρωπο, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα τρομοκρατίας σε όσους δεν συμφωνούν με τις μεθόδους μας και όλα βασισμένα σε μια διαπίστωσή μας πώς λόγω της δημοσιότητας, όλα τα θέατρα πρέπει να είναι αδιαμφισβήτητα χώροι κολαστήρια. Γιατί; Και πώς βοηθά αυτό στον υποτιθέμενο στόχο;
Από κει και πέρα με τρομάζει πως, αν ένα τέτοιο θέμα τύχει αδαούς χειρισμού κοντά στα ξερά θα καούν και χλωρά. Και αυτό μπορεί να αποφευχθεί με σωστή διαχείριση και όχι διαχείριση του όχλου. Υπάρχουν αρμόδια σώματα που γνωρίζουν πώς και πότε, γιατί και πού μέσα από επιστημονική προσέγγιση πρέπει να δημιουργηθούν μηχανισμοί για να μπορούν να εξαλειφθούν τέτοια φαινόμενα βρωμιάς που, όσο μεμονωμένα και να είναι, όταν δεν παρεμποδίζονται, αφήνονται να δρουν ανενόχλητα και κατ’ επανάληψη με ανίερους τρόπους και χωρίς καμιά εκτίμηση στην εμπιστοσύνη που τους δείχνουμε ως κοινό, θαυμάζοντας τη δουλειά τους και τους ίδιους, χωρίς να γνωρίζουμε όλα αυτά. Και σε αυτούς πρέπει να στραφούμε, για να δημιουργήσουμε τους σωστούς μηχανισμούς όπου δεν υπάρχουν. Η ερασιτεχνική αντιμετώπιση ενός τόσο σοβαρού θέματος, δεν θα πρέπει να είναι επιλογή.
Έχουν περιπέσει στην αντίληψη σας, παρόμοιες περιπτώσεις και στον κυπριακό θεατρικό χώρο;
Εσείς πιστεύετε πως και να έχουν περιπέσει στην αντίληψή μου παρόμοιες περιπτώσεις στον κυπριακό χώρο, θεατρικό ή άλλο, θα βοηθούσε αν τα περιέφερα στον τύπο;
Έχει περιπέσει στην αντίληψή μου να υπάρχουν φαινόμενα κακοποίησης και τρομοκρατίας σε όλο το φάσμα της κοινωνίας. Δεν τα ανέχομαι και όπου και όπως μπορώ τα μάχομαι. Αλλά σίγουρα όχι προσπαθώντας να κερδίσω εντυπώσεις με δημόσιες τοποθετήσεις. Και σίγουρα δεν αποκλείω να υπήρξαν και στο θέατρο. Όπως δεν αποκλείω να υπάρχουν και εσφαλμένες εντυπώσεις από τρίτους για το τί είναι τί. Δεν αποκλείω να υπάρχουν άνθρωποι που βλέπουν όλο το σόου που στήνεται και δεν θα τολμήσουν ποτέ να πουν πράγματα απαίσια που τους έχουν συμβεί, ζητώντας βοήθεια. Εξ’ αιτίας αυτών που προσπαθούν να βοηθήσουν, αλλά το κάνουν με λανθασμένο τρόπο κάποιες φορές. Δεν αποκλείω επίσης, να καταστραφούν άνθρωποι που απλώς η συνείδησή τους δεν τους επιτρέπει να τους αποδίδεται ενοχή, απλώς και μόνο επειδή είναι στο χώρο του θεάτρου.
Στο θέατρο είναι ταγμένοι και πολλοί όμορφοι άνθρωποι, καθαροί, δημιουργοί, ρομαντικοί καλλιτέχνες, νέοι άνθρωποι και πιο παλιοί, που πιστεύουν στο καθαρό φως που υπάρχει στη σκηνή, στην υγιή δημιουργική διαδικασία, που δεν ανέχονται να τους παίρνει το ρεύμα μαζί με τα μερικά καθάρματα που μπορεί να διεισδύουν και στο χώρο αυτό, όπως και σε όλους τους άλλους. Γιατί αυτή η εμμονική σχεδόν προσπάθεια να χαρακτηρίζει το χώρο όλο η θλιβερή μειοψηφία; Φτάνει με τη γενική στοχοποίηση ενός και μόνο χώρου. Δεν εξυπηρετεί κανένα, ούτε τα θύματα κατά τη γνώμη μου. Και δημιουργεί κι άλλα.
Μηχανισμοί. Επικοινωνίας, στήριξης, αντιμετώπισης. Με σύνεση και έγνοια και φροντίδα για τον κάθε άνθρωπο. Προσβάσιμοι σε όλους. Και σύνταξη με τους ανθρώπους που χρειάζονται βοήθεια. Με ουσιαστικό τρόπο και σεβασμό στην προσωπικότητα και την οντότητα τους. Αυτό πιστεύω πως χρειάζεται και ήδη, ευτυχώς, έχει πάρει το δρόμο του».