Ο Νίκος Αυξεντίου μιλά στους ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ για την απόφασή του να κατέλθει υποψήφιος στις Βουλευτικές εκλογές με το Κίνημα Οικολόγων στη Λάρνακα. Όπως εξηγεί ο ίδιος ασχολείται με τα κοινά εδώ και πολλά χρόνια, «ήμουν στις προσπάθειες για επανένωση περί Αμμοχώστου, για ανεύρεση Αγνοουμένων, για τα κοινά στη Λάρνακα, Το θεωρώ σαν φυσική εξέλιξη της μέχρι τώρα πορείας μου», δηλώνει.
Ο κος Αυξεντίου εξηγεί πως θέλει ν’ ασχοληθεί με τα πάντα, αφού «είναι ποικίλο το πρόβλημα στην Κύπρο. Ότι έχει να κάνει με τη Λάρνακα το θεωρώ προτεραιότητα και τα άλλα προβλήματα όπως διαφθορά, Οικονομία, Κυπριακό κλπ. τα βλέπω πάντα σε σχέση με τη Λάρνακα», τονίζει.
Μεταξύ άλλων αναφέρεται στους πολιτικούς «οι οποίοι απογοήτευσαν τους πολίτες αλλά και για πολιτικοί χώροι πρόδωσαν την εμπιστοσύνη των πολιτών και καταχράστηκαν την εμπιστοσύνη τους για εξυπηρέτηση δικών τους συμφερόντων». Όμως όπως εξηγεί το να απέχουν από τις εκλογές «είναι ψήφος στη διαφθορά και στη διατήρηση του τι έχουμε σήμερα, δηλαδή πλέον αποχή είναι καθαρά συνενοχή, όσοι απέχουν από το να ψηφίζουν κατά την προσωπική μου γνώμη πρέπει να ντρέπονται και δεν έχουν το δικαίωμα να παραπονιούνται. Το κακό με τους ψηφοφόρους είναι ότι οι ενώ παραπονιούνται ότι φταίνε οι πολιτικοί και τα πάντα γύρω από αυτούς όταν πρέπει να κουνήσουν το μικρό τους δακτυλάκι υπέρ ή εναντίον απλά χαρίζουν τη ψήφο, χαρακτηρίζοντας τη κίνηση αυτή «κακή παραπολιτική συνήθεια».
Παράλληλα ο κος Αυξεντίου πιστεύει ότι όλα όσα σχετίζονται με τα Περιβαλλοντικά θέματα «γίνονται χάρη του θεαθήναι δεν γίνονται για ν’ αλλάξουν νοοτροπίες αλλά για να δικαιολογούν κάποιοι τις δουλειές και τα γραφεία τους. Στην πράξη όμως δεν γίνεται καθόλου δουλειά, στην Κύπρο έχουμε ανάγκη από Οικολογική συνείδηση και κυρίως στη Λάρνακα», εξηγώντας πως «είχαμε το πρόβλημα του διυλιστηρίου για 30+ χρόνια, έχουμε περιβαλλοντικούς χώρους οι οποίοι είναι απροστάτευτοι ανεκμετάλλευτοι και δεν υπάρχει άμεσο πλάνο γι’ αυτούς τους χώρους. Είμαστε μια μικρή πόλη που θα μπορούσαμε να αποτελούμε πρότυπο για ποδηλάτες, αθλητές. Πότε θα γίνουν; Περάσαμε καιρούς που είχαμε μια πολύ σταθερή οικονομία, ήμασταν δυνατοί, είχαμε τα πάντα και όμως εκείνα που έγιναν για την πόλη ήταν σχεδόν ανύπαρκτα», τονίζοντας πως τα τελευταία δύο τρία χρόνια γίνονται κάποια έργα λόγω του ότι ο Δήμαρχος είναι προοδευτικός, «αλλά και εκείνα όμως είναι περιορισμένου βεληνεκές». Όπως επισημαίνει η Λάρνακα έχει ανάγκη από Οικολογική συνείδηση για να καθαρίσει. «Το φαινόμενο του ότι μετατρέπεται η Κύπρος σε σκουπιδότοπο δεν είναι τυχαίο και το Κράτος πρέπει να επιβάλει αυτή την Οικολογική συνείδηση, πρέπει να λειτουργήσει Οικολογικά και αυτό είναι πρόβλημα».
Επιπρόσθετα σημειώνει ότι «μας λείπει η Παιδεία, η οποία είναι αποτυχημένη. Υπάρχει γενικά μια νοοτροπία σκάρτη στον τόπο μας, όταν κυβερνούν κάποιοι, ακόμα και όταν αντιπολιτεύονται, τοποθετούν ανθρώπους σε θέσεις κλειδιά για ν’ αλλάξουν τον κόσμο να τον κάνουν καλύτερο, αλλά δεν το κάνουν με κριτήριο το καλό της κοινωνίας, αλλά το κάνουν για το καλό του κόμματος, του χώρου τους είτε για το προσωπικό τους συμφέρον». Άρα, όπως υποστηρίζει ο κος Αυξεντίου «ως Υπουργούς Παιδείας, ανθρώπους που θεσμοθετούν την Παιδεία θα δούμε ακατάλληλους ανθρώπους που είναι σε χάσμα με την πραγματικότητα, σκέφτονται μέσα από ένα κουτί και έτσι δεν μπορούν να ονειρευτούν το καλύτερο αύριο και να το μεταδώσουν στα παιδιά», τονίζοντας πως τα σχολεία έχουν την υλικοτεχνική υποδομή απλώς τους λείπει το πνεύμα και όπως αναφέρει η Οικολογία και η κοινωνική συμπεριφορά έπρεπε να διδάσκονται στα σχολεία. «Τα σχολεία είναι μικρές κοινωνίες και εύκολα μια μικρή κοινωνία μπορείς να την κάνεις υποτυπώδες, ιδεώδες αλλά δεν το κάνουν. Δεν φταίνε οι καθηγητές είναι πολιτικές αποφάσεις. Όταν το Κράτος θέλει ν’ αναβαθμίσει την Παιδεία μπορεί», αναφέρει ενώ όπως υπογραμμίζει πιστεύει πως ότι ακόμα και την Παιδεία «το Κράτος την κάνει θυσία για πολιτικές σκοπιμότητες. Δεν γίνεται για παράδειγμα ο εκάστοτε Υπ. Παιδείας να διορίζεται από έναν Αρχιεπίσκοπο και να του επιβάλει εκείνος πώς θέλει να σκέφτεται ο κόσμος. Ζούμε στο 2021 σε κοινωνίες με ομοφυλόφιλους, μαύρους, Τούρκους, Ρώσους δεν μπορούμε να είμαστε στενόμυαλοι. Το ότι έρχονται οι ξένοι στον τόπο μας και απλώς μας εκμεταλλεύονται και δεν θέλουν να έχουν μια καλή εποικοδομητική σχέση μαζί μας αυτό είναι το νόημα που πρέπει να εισπράττει η Κοινωνία, ότι δεν πάμε καλά», σημειώνει.
Επιπρόσθετα ο κος Αυξεντίου σχολιάζει και το Κυπριακό πρόβλημα στο οποίο «ανέκαθεν εδώ και 47 χρόνια τα κόμματα τοποθετούνται με τίτλους, «διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία», «ενιαίο Κράτος», «λύση», «διχοτόμηση». Στην ουσία όμως ο κοινός πολίτης δεν ξέρει το νόημα αυτών των τίτλων και αυτοί οι τίτλοι μας έχουν φέρει στο σημείο που είμαστε σήμερα, δεν συμφωνεί κανείς, ενώ το Κυπριακό πολύ πιο απλά μπορούσε να είχε λυθεί σε επίπεδο κοινωνίας», σχολιάζει, προσθέτοντας ότι θα έπρεπε οι λαοί να διδάσκονται να συζούν, εργάζονται, παράγουν, ερωτεύονται, παντρεύονται, να έχουν κοινό μέλλον, να μιλούν ο ένας τη γλώσσα του άλλου. «Αυτά τα πράγματα δεν τα δούλεψε κανείς, δεν νοιάστηκε κανείς να βάλει τον κόσμο να αναβαθμίσει τον τρόπο σκέψης του. Εγώ θέλω να διακινούμαι ελεύθερα στην Κύπρο, να μπορώ να μιλώ με όποιον θέλω, να νιώθω ασφαλής, περήφανος για τον τόπο μου. Αυτά τα πράγματα όμως δεν τα καλλιέργησαν ποτέ, άρα και η Παιδεία έπαιξε αποτυχημένο ρόλο και έχει ευθύνη απέναντι στο Κυπριακό που έμεινε άλυτο, το οποίο δεν είναι μόνο πολιτικό θέμα αλλά είναι και κοινωνικό και προσωπικό για τον καθέναν. Φτάσαμε στο σημείο ν’ ακούει κάποιος Τούρκος ή κάποιος άλλος Έλληνας και να φοβάται και τη στιγμή που δεν μιλούμε για Κυπρίους είναι ένα πολλαπλό πρόβλημα», εξηγεί, ενώ συνεχίζει αναφέροντας πως το Κυπριακό «το πιάνουν στο στόμα τους οι πολιτικοί κάθε μέρα στην τηλεόραση, στο ραδιόφωνο απλά για να μην μιλούν για άλλα ουσιώδη προβλήματα, ενώ στην ουσία μας παραπλανούν χρησιμοποιώντας ένα θέμα που απλά παίζει κάθε μέρα στις ψυχές των ανθρώπων. Παίζουν με τον καημό μας γιατί το θέλουν να είναι άλυτο διότι έτσι η διαφθορά μπορεί να κάνει τη δουλειά της ελεύθερα».
Εν καιρώ πανδημίας, αναφέρει ο κος Αυξεντίου «βλέπουμε ότι οι αποφάσεις που λαμβάνονται από την Κυβέρνηση δεν έχουν κίνητρο την υγεία του πολίτη και τι χειρισμό αξίζει ο φορολογούμενος, αποφασίζουν με κίνητρο τι θα τους συμφέρει πολιτικά δηλαδή πώς να χειραγωγήσουν τους ψηφοφόρους», εξηγώντας πως για παράδειγμα «αυτή τη στιγμή οι επιδημιολόγοι λένε στην Κυβέρνηση να μην βιαστεί ν’ αλλάξει τα μέτρα καταργώντας τους περιορισμούς, ενώ η αντιπολίτευση λέει στους πολίτες ότι η Κυβέρνηση μας καταδυναστεύει κλπ., κακώς. Η Κυβέρνηση από την άλλη αντί να αναλάβει την ευθύνη για να μην χάσει τους ψηφοφόρους ελευθερώνει τα περιοριστικά μέτρα με αποτέλεσμα να έχουμε προβλήματα. Όταν αρχίσει ο τουρισμός όμως θ’ αναγκαστεί η Κυβέρνηση να μας ξανακλείσει λόγω των πολλών κρουσμάτων. Άρα οι πολίτες είναι θύματα χάρη πολιτικών σκοπιμοτήτων», αναφέρει.
Καταλήγοντας, τονίζει πως σ’ ένα Ευρωπαϊκό Κράτος «το οποίο θα έπρεπε να είναι Κράτος Δικαίου, ένα σύγχρονο κράτος που θα καλύπτει πραγματικά τον πολίτη εν καιρώ πανδημίας είμαστε χωρισμένοι σε δύο κατηγορίες πολιτών, σε εκείνους που δεν τους αποκόπτεται ούτε σεντ, παίρνουν 13ο και αυξήσεις και στους υπόλοιπους οι οποίοι χρεοκοπούν και αντιμετωπίζουν την καταστροφή και μάλιστα η δεύτερη κατηγορία είναι η κατηγορία που θα υποστεί τις συνέπειες όταν η πανδημία θα έχει τελειώσει», προσθέτοντας πως «υπάρχουν οι υψηλόμισθοι, οι μεγάλες αμοιβές του ΓεΣΥ, οι πολυσυνταξιούχοι, οι Δημόσιοι Υπάλληλοι με τον 13ο και 14ο μισθό, έξτρα ωφελήματα. Αυτοί οι άνθρωποι δεν θα έπρεπε να αναλάβουν κάποια ευθύνη; Με ποιοι κριτήριο δεν έκοψαν από αυτούς όλους τους ανθρώπους για να μπορέσουν να ζήσουν και οι άλλοι σαν άνθρωποι; Διότι στο τέλος είναι ο μικρομεσαίος και ο επιχειρηματίας που στηρίζει την Κυβέρνηση που πληρώνει αυτούς τους ανθρώπους. Άρα αυτό το πράγμα που γίνεται είναι εμφανέστατα άδικο. Εγώ πιστεύω ο λόγος που γίνεται είναι για να κρατούν αυτούς τους ανθρώπους ευχαριστημένους να μπορούν άνετα να τους υποκλέψουν τη ψήφο».