«Όταν νιώθει κανείς ότι τα πράγματα δεν πάνε καλά, είναι ένας λόγος να δραστηριοποιηθεί κάποιος και όχι ν’ απέχει», επισημαίνει ο ακαδημαϊκός Πάμπος Παπαγεωργίου.
Ο πρώην βουλευτής δηλώνει πως παλαιότερα έφυγε και δεν επαναδιεκδίκησε κυρίως για λόγους υγείας, «τώρα αποφάσισα να ενδιαφερθώ ξανά θεωρώντας ότι είναι τέτοιες οι καταστάσεις στην Κύπρο που όλοι πρέπει ν’ ασχολούμαστε», τονίζοντας πως κάτι που χαρακτηρίζει τώρα την κατάσταση «είναι η συστηματική διαπλοκή με όλα αυτά που ζούμε υπό μορφή σκανδάλων, υπάρχουν δύσκολα θέματα που αφορούν τη διαχείριση της Πανδημίας και κυρίως το δίλημμα Δημόσια Υγεία και ατομική ευθύνη», αναφέρει, σημειώνοντας επίσης ότι έχει την εντύπωση ότι υπάρχει μια μεγάλη αναγκαιότητα για προβληματισμούς «πάνω στην Οικονομία και στο μοντέλο που ακολουθούμε. Εγώ ήμουν μέλος του συμβουλίου Οικονομίας και Ανταγωνιστικότητας το οποίο ασχολείται με αυτά τα θέματα, λόγω εκλογών όμως παραιτήθηκα από το Συμβούλιο. Νομίζω ότι κάτι έχω να πω, έκανα διδακτορικό στην Πολιτική φιλοσοφία και διδάσκω Πολιτικές Επιστήμες, οπότε ξέρω και τα θέματα θεωρητικά. Αφού τα ξέρω θεωρητικά είπα να ξανασχοληθώ και πρακτικά», δηλώνει.
Ερωτηθείς για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η σημερινή Βουλή σχολιάζει πως «είναι τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Κύπρος σαν κοινωνία αλλά και το μέσο κυπριακό νοικοκυριό, με εξαίρεση το Κυπριακό που δεν είναι τόσο θέμα της Βουλής αλλά είναι σοβαρό θέμα». Πιο συγκεκριμένα το γεγονός όσον αφορά την Οικονομία, εξηγεί πως «είναι σαφές πλέον ότι πρέπει να φύγουμε από την Οικονομία της αρπαχτής, διότι με αυτή την εντελώς βραχυπρόθεσμη αντίληψη κάθε μερικά χρόνια έχουμε μια μεγάλη κρίση και αναστάτωση», ενώ όσον αφορά την Πανδημία αναφέρει ότι «είναι ένα θέμα πόσο περιορίζεις τα δικαιώματα, σε ποιο βαθμό και σε ποια διάρκεια για να διαφυλάξεις τη Δημόσια Υγεία, νομίζω πολλά από τα πράγματα που κάνει η Κυβέρνηση έχουν ξεπεράσει αυτή τη σοφή ισορροπία της αναλογικότητας», αφού φέρει σαν παράδειγμα τη χρήση των sms, «τη βρίσκω εξευτελιστική δεν γίνεται σε καμία χώρα του κόσμου, υπάρχει μόνο στην Ελλάδα κάτι παρόμοιο, αλλά δεν φτάνει στην Κυπριακή ακρότητα», τονίζει. Επίσης, όσον αφορά τη διαφθορά, σχολιάζει πως «υπήρχε πάντα αλλά αυτή τη φορά έχουμε σοβαρή διαπλοκή συμφερόντων ανάμεσα σε όσους ασκούν πολιτική εξουσία και ταυτόχρονα πλουτίζουν από την εκμετάλλευση της θέσης τους από δημόσια προγράμματα κάτι που πρέπει να ρυθμιστεί οπωσδήποτε γιατί, και παράνομο να μην είναι, δημιουργεί πάρα πολλά προβλήματα», υπογραμμίζει.
Επιπρόσθετα, για το θέμα της διαφθοράς και της ορατότητάς του, αναφέρει ότι «όσον αφορά τα παραδοσιακά ΜΜΕ, θεωρώ ότι εκεί η ορατότητα δεν είναι μεγαλύτερη, αντίθετα θα έλεγα ότι υπάρχει μια συστηματική συσκότιση, χρειάζεται να είναι ευθυγραμμισμένα σε μια κοινή γραμμή η οποία επικοινωνιακά συνταυτίζεται με την Κυβέρνηση. Άρα το θέμα της ορατότητας δεν αφορά τα παραδοσιακά Μέσα, αφορά τα καινούρια. Όμως, ισχύει η επίταση του ίδιου του φαινομένου, δηλαδή το γεγονός ότι υπάρχουν έσοδα δισεκατομμυρίων από πώληση των διαβατηρίων, χωρίς να υπονοώ ότι είναι παράνομο αλλά είναι μια φοβερή αρπαχτή διότι έχει γίνει εμπόρευμα η ιδιότητα του Ευρωπαίου πολίτη, έχει πωληθεί με κέρδος πολλά δισεκατομμύρια και ένα μεγάλο μέρος από αυτά τα κέρδη, αφορά οικογενειακές επιχειρήσεις του Υπουργικού Συμβουλίου, του Προέδρου και των Υπουργών. Αυτό είναι συστηματική διαπλοκή, ανάμεσα σε ιδιωτικά συμφέροντα και δημόσιους ρόλους, αυτό το πράγμα τόσο έντονα δεν το είχαμε παλαιότερα, είναι καινούριο στοιχείο. Διαφθορά είχαμε και στις Κυβερνήσεις και στα κόμματα αλλά συστηματική διαπλοκή σε τόσο έντονο βαθμό δεν είχαμε», τονίζει.
Κληθείς να σχολιάσει για του πού θα πρέπει να επικεντρωθεί η νέα Βουλή αναφέρεται στην Οικονομία και στην Κοινωνία, τονίζοντας ότι μετά το τέλος της Πανδημίας ένα μέρος του πληθυσμού θα επηρεαστεί πάρα πολύ κι εκεί θα χρειαστεί πολλή αρωγή και στο πώς ξαναξεκινά και η Οικονομία και η Κοινωνία. Πιο συγκεκριμένα αναφέρει, «την Οικονομία πάνω σε βάσεις βιώσιμες και όχι τη λογική της αρπαχτής αλλά και την Κοινωνία μετά από τόσους περιορισμούς πώς αποκαθίστανται οι ελευθερίες και η ομαλή καθημερινότητα του πολίτη. Αυτά είναι πολύ σημαντικά ζητήματα». Επίσης, σημειώνει και την «εμπέδωση της αντίληψης για το τι σημαίνει διαπλοκή και σύγκρουση συμφερόντων, δηλαδή τι μπορεί να κάνει ένα δημόσιο πρόσωπο όσον αφορά τις οικονομικές του δοσοληψίες και τι όχι. Αυτά είναι πάρα πολύ σημαντικά ζητήματα για τη λειτουργία της Κοινωνίας, της Οικονομίας και του Κράτους Δικαίου», υπογραμμίζει, αναφέροντας πως θεωρεί λάθος, «και αυτό συμπεριλαμβάνει και το κόμμα με το οποίο συνεργάζομαι παρόλο που δεν είμαι μέλος, το ότι έχει φύγει από τη Βουλή ο έλεγχος του νόμου περί της λοιμοκαθάρσεως, δηλαδή των διαταγμάτων που προκύπτουν από τον νόμο, και γίνεται μόνο με διατάγματα του Υπουργού, αυτό είναι μεγάλο λάθος», συμπληρώνοντας πως «δεν μπορείς να δώσεις τόση εξουσία σε έναν Υπουργό με διατάγματα, θα έπρεπε να απαιτούν την έγκριση της Βουλής. Δεν μπορείς να κάνεις προσωρινό δικτάτορα , οποιονδήποτε κι αν είναι αυτός, που τυγχάνει να είναι Υπουργός Υγείας, αυτά είναι ακραία πράγματα. Δεν μπορεί να λειτουργήσει ένα Κράτος Δικαίου με απεμπόληση του ελέγχου με τόση εξουσία σε ένα άτομο», υπογραμμίζει.
«Κράτος Δικαίου στις τυπικές του παραμέτρους υπάρχει στην Κύπρο. Υπάρχει ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, στο Σύνταγμα Ισονομία, όλα αυτά, οι προδιαγραφές δηλαδή υπάρχουν, το θέμα είναι εάν εφαρμόζεται το Κράτος Δικαίου ή εάν υπάρχουν σοβαρά κενά», σημειώνοντας πως «υπάρχουν προβλήματα και στην εφαρμογή αλλά και απαιτήσεις στο να συμπληρωθεί. Είναι γεγονός ότι είναι κάτι το οποίο χρήζει βελτίωσης, είμαστε αρκετά πίσω από κοινωνίες οι οποίες εφαρμόζουν φιλελεύθερα συντάγματα και σέβονται τις ελευθερίες και τα δικαιώματα των πολιτών. Όμως αυτό το πράγμα έχει νόημα μόνο όταν συγκεκριμενοποιηθεί. Τι πρέπει να βελτιώσουμε ή να αλλάξουμε και πως», φέροντας παράδειγμα πως είναι ένα πράγμα να λες ότι θα παταχθεί η διαφθορά και είναι ένα άλλο πράγμα για το τι θα κάνεις συγκεκριμένα για αυτό, «αν κάνεις μια γενική διακήρυξη ουσιαστικά δεν κάνεις τίποτα, όπως δεν κάνεις τίποτα αν λες ότι όλοι είναι διεφθαρμένοι, γιατί όταν το λες στην πραγματικότητα κάνεις μια απολογία για τους διεφθαρμένους», εξηγεί.
Ο κος Παπαγεωργίου αναφέρεται επίσης και στην αποχή τονίζοντας πως την έχει μελετήσει επαγγελματικά. «Έχει μειωθεί το ενδιαφέρον για τα πολιτικά στην Κύπρο και ειδικά στους νέους ανθρώπους, έχει επιταθεί η αποχή και για νομικούς λόγους -παλιά δεν επιτρεπόταν να μην ψηφίζεις- αλλά και διότι υπάρχει και απογοήτευση από συμπεριφορές του πολιτικού συστήματος. Όλα αυτά δημιουργούν μια τάση προς την αποχή. Γενικά είναι ένα φαινόμενο που προκαλεί κακό παρά καλό», σχολιάζει.
Καταλήγοντας, επισημαίνει πως ένα άτομο δεν μπορεί να αλλάξει πολλά πράγματα, «ίσως να έχω το πλεονέκτημα ότι έχω τη συνάφεια με το θέμα. Εγώ ασχολούμαι περισσότερο με ζητήματα οργάνωσης της Οικονομίας αλλά και θέματα Κράτους Δικαίου, δεν μπορεί κάποιος στη Βουλή ν’ ασχοληθεί με όλα. Εγώ για παράδειγμα όταν ήμουν στη Βουλή ασχολούμουν κυρίως με τις επιτροπές Οικονομικών, Ελέγχου και Προσφύγων», εξηγώντας πως η Κερύνεια είναι μια δύσκολή επαρχία γιατί είναι όλη κατεχόμενη, οι λύσεις που έχουν προταθεί είναι να μείνει υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση και πρέπει να δούμε πώς θα διαφυλαξουμε όσο περισσότερα δικαιώματα», επίσης υποστηρίζει πως κάποιος πρέπει να είναι πάρα πολύ προσεκτικός μιλώντας για την Κερύνεια, «για παράδειγμα όταν λέμε «δεν πρέπει να κάνουμε καμία υποχώρηση» ουσιαστικά είναι σαν να λέμε να χαθούν όλα μας τα δικαιώματα. Όταν λες «πάλι με χρόνια με καιρούς» σημαίνει δεν θα έχει ποτέ τίποτα, αναφέροντας πως είναι η πιο ταλαιπωρημένη από πλευράς εισβολής επαρχία και με διαφορετικά χαρακτηριστικά από τις υπόλοιπες, «διότι οι ψηφοφόροι της είναι διάσπαρτοι σε όλη την Κύπρο, και εκτός από το πρόβλημα ότι οι γονείς τους έχασαν τον τρόπο ζωής και τις περιουσίες τους, έχουν και τα προβλήματα που έχει η κάθε κοινωνία στην οποία ζουν», αναφέρει.